Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2016

Η μελέτη του Λόγου του Θεού




Ο ιδεωδέστερος τρόπος, δια να τελειοποιηθής εις την αρετήν και να πλησιάσης τον Θεόν είναι η μελέτη του θείου λόγου. Η μελέτη του λόγου του Θεού είναι μία θεία ενασχόλησις, διότι πτερώνει τον νουν και αναβιβάζει τον κατά Θεόν ζώντα άνθρωπον εις ύψη μεγάλης πνευματικότητος και αρετής. Η μελέτη φωτίζει, στηρίζει, ενισχύει, τονώνει και χαρίζει ακατανίκητον δύναμιν προς αντιμετώπισιν του κακού και της αμαρτίας. Η μελέτη πλουτίζει την διάνοιαν με γνώσεις, ωφελίμους και αναγκαίας δια την σωτηρίαν.
Με την μελέτην καθαίρεται ο νους και φρονεί τα άνω , τα ουράνια, τα πνευματικά και υπερκόσμια. Ο Όσιος Σεραπίων λέγει: «Νους πνευματικήν γνώσιν πεπωκώς, τελείως καθαίρεται».
Η μελέτη αναζωπυρώνει τα χαρίσματα και τα προτερήματα τα φυσικά και τα επίκτητα.
Η μελέτη παρέχει την πνευματικήν τροφήν χωρίς την οποίαν η ψυχή ατονεί και ο δεσμός με τον Θεόν χαλαρώνεται. Η μελέτη εναποθέτει την σφραγίδα της αρετής και της αγιότητος εις την ψυχήν. Η μελέτη δίδει πνευματικάς πτέρυγας εις τον κατά Θεόν ζώντα πιστόν δια να ρίπτεται με ζήλον εις την εκτέλεσιν των θρησκευτικών του καθηκόντων. Η μελέτη χρησιμεύει ως κίνητρον αγίων σκέψεων και συνομιλιών. Η μελέτη αναζωογονεί την θείαν χάριν, την οποίαν λαμβάνομεν , όταν προσερχώμεθα μετ’ ευλαβείας εις τα μυστήρια της Εκκλησίας.

Ο Κύριος ημών παροτρύνει εις την μελέτην των Γραφών λέγων: «Ἐρευνᾶτε τὰς γραφὰς ὅτι ὑμεῖς δοκεῖτε ἐν αὐταῖς ζωὴν αἰώνιον ἔχειν˙ καὶ ἐκεῖναί εἰσιν μαρτυροῦσαι περὶ ἐμοῦ», ( Ιωάν. Ε΄. 39 ). Ο δε Ι. Χρυσόστομος λέγει: . « η των γραφών ανάγνωσις, των ουρανών εστίν υπάνοιξις»
Αδελφή ψυχή,
Αγάπησον την μελέτην του Θείου λόγου δια να διέρχεσαι ειρηνικώς και οσίως τας ημέρας της ζωής σου και εις την εργασίαν των εντολών του Θεού.

Έχε πάντοτε υπ’ όψιν σου τους λόγους του χρυσορρήμονος Αγίου: Ἡδὺς μὲν λειμὼν καὶ παράδεισος, πολὺ δὲ ἡδύτερον τῶν θείων Γραφῶν ἡ ἀνάγνωσις. Ἐκεῖ μὲν γάρ ἐστιν ἄνθη μαραινόμενα, ἐνταῦθα δὲ νοήματα ἀκμάζοντα· ἐκεῖ ζέφυρος πνέων, ἐνταῦθα δὲ Πνεύματος αὔρα· ἐκεῖ ἄκανθαι αἱ τειχίζουσαι, ἐνταῦθα δὲ πρόνοια Θεοῦ ἡ ἀσφαλιζομένη· ἐκεῖ τέττιγες ᾄδοντες, ἐνταῦθα δὲ προφῆται κελαδοῦντες· ἐκεῖ τέρψις ἀπὸ τῆς ὄψεως, ἐνταῦθα δὲ ὠφέλεια ἀπὸ τῆς ἀναγνώσεως.
Προσέχωμεν τοίνυν τῇ τῶν Γραφῶν ἀναγνώσει· ἐὰν γὰρ τῇ Γραφῇ προσέχῃς, ἐκβάλλει σου τὴν ἀθυμίαν, φυτεύει σου τὴν ἡδονὴν, ἀναιρεῖ τὴν κακίαν, ῥιζοῖ τὴν ἀρετὴν, οὐκ ἀφίησιν ἐν θορύβῳ πραγμάτων τὰ τῶν κλυδωνιζομένων πάσχειν.»
( Ιωάννου Χρυσοστόμου. Bareille 6, σελ. 13 )

Από το βιβλίο: «ΞΕΝΗΣ ΜΟΝΑΧΗΣ
ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ»
ΑΘΗΝΑΙ 1972
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: Φ. Τσιρώνη. Μονοτυπικά συγκροτήματα

Πέμπτη 21 Ιουλίου 2016

Η αρχαιολογική και ιστορική αξιοπιστία της Καινής Διαθήκης



Η Καινή Διαθήκη είναι το πιο αξιόπιστο βιβλίο της αρχαιότητας. Σε αυτό συμφωνούν και έρχονται να το επιβεβαιώσουν αρχαιολογικά ευρήματα και ιστορικές αναφορές, των οποίων το πλήθος και η ισχύς, παρουσιάζει μπροστά στα μάτια μας την Καινή Διαθήκη, όχι πλέον σαν ένα θεολογικό κείμενο, αλλά σαν ένα ιστορικό κείμενο με θεολογικές αναφορές.

Τα τέσσερα Ευαγγέλια βρίσκονται σε πλήρη αρμονία και συμφωνία μεταξύ τους, επομένως χωρίς να αγνοούμε την αξιοπιστία όλων των ευαγγελίων, θα δούμε περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το Ευαγγέλιο του Λουκά.

Ο ευαγγελιστής Λουκάς γεννήθηκε στην Αντιόχεια, έζησε κατά τον 1ο μ.Χ. αιώνα, ασκούσε το επάγγελμα του ιατρού και υπήρξε συνεργάτης του αποστόλου Παύλου. Είναι ο συγγραφέας του ομώνυμου Ευαγγελίου και του βιβλίου των Πράξεων των Αποστόλων, τα οποία συνέγραψε έπειτα από ενδελεχή μελέτη και εξέταση των αυτόπτων μαρτύρων της ζωής του Ιησού Χριστού και των Αποστόλων αλλά και από γεγονότα στα οποία παρίστατο και ο ίδιος.

Μέσα στα δύο βιβλία του ευαγγελιστή Λουκά βρίσκουμε αναφορές σχετικά με:

Ονόματα Ρωμαίων αυτοκρατόρων
Ονόματα Ρωμαίων κυβερνητών & αξιωματούχων
Ονόματα ηγετικών στελεχών του ιουδαϊκού ιερατείου
Τοπικά αξιώματα της εποχής (π.χ. πολιτάρχαι)
Ιστορικά γεγονότα με μεγάλο αντίκτυπο στον τότε κόσμο (διωγμοί, πείνες)
Ακριβείς ιατρικές & ναυτικές γνώσεις
32 χώρες, 54 πόλεις και 9 νησιά

Σχεδόν όλες οι παραπάνω αναφορές έχουν επαληθευτεί με ακρίβεια από αρχαιολογικά ευρήματα και ιστορικές πηγές. Αυτό δείχνει την πρόθεση του ευαγγελιστή Λουκά να αποδόσει, με επιμέλεια που θα χαρακτήριζε έναν μεγάλο ιστορικό συγγραφέα, τα γεγονότα όπως ακριβώς συνέβησαν.

Ενδεικτικά αρχαιολογικά ευρήματα για την Καινή Διαθήκη:

Η αρχαία Καπερναούμ: ανακαλύφθηκε το 1838 και το 1866 αναγνωρίστηκαν τα ερείπια της συναγωγής.

Η κολυμβήθρα της Βηθεσδά: ανακαλύφθηκε το 1956 και έχει πέντε στοές όπως αναφέρεται στο κατα Ιωάννην ευαγγέλιο ε’ 2.

H επιγραφή του Πιλάτου: το 1961 ανακαλύφθηκε στην Καισάρεια επιγραφή στα Λατινικά που ανέφερε το όνομα του Πόντιου Πιλάτου.

Λυσανίας: Σε ναό της Δαμασκού βρέθηκε η μοναδική μαρτυρία για τον Λυσανία, τετράρχη της Αβιληνής, ο οποίος αναφέρεται στο κατά Λουκάν γ’ 1

Οι «Πολιτάρχαι»: Το 1962 δημοσιεύτηκαν επιγραφές που ανέφεραν αυτό το αξίωμα που δεν αναφέρεται πουθενά στην αρχαία ελληνική λογοτεχνία αλλά αναφερόταν μόνο μέσα στις Πράξεις των Αποστόλων ιζ’ 6 & 8.

Η επιγραφή του Εράστου: Ανακαλύφθηκε το 1929 στην Κόρινθο και δείχνει ότι ο Έραστος ήταν πράγματι ο οικονόμος της πόλης, όπως αναφέρει ο Παύλος στην επιστολή προς Ρωμαίους ις’ 23.

Το θέατρο της Εφέσου: όπου έγινε η συγκέντρωση των στασιαστών (Πράξεις ιθ’ 23-41) έχει επίσης ανασκαφεί και έχουν βρεθεί επιγραφές που τονίζουν την λατρεία της πόλης προς τη θεά Άρτεμη.

Ενδεικτικές εξωβιβλικές ιστορικές μαρτυρίες:

Ιώσηπος Φλάβιος: Ιουδαίος ιστορικός ανάμεσα στα έργα του οποίου συγκαταλέγεται μια σημαντική αναφορά στο πρόσωπο του Χριστού, γνωστή και ως «Φλαβιανή μαρτυρία». Ο Ιώσηπος Φλάβιος αναφέρει ενδιαφέρουσες μαρτυρίες και για άλλα επίσημα πρόσωπα της εποχής του (1ος μ.Χ. αιώνας).

Τάκιτος: Ρωμαίος ιστορικός που αναφέρει τον Χριστό ως ιστορικό πρόσωπο και ιδρυτή του Χριστιανισμού.

Σουετώνιος: Ρωμαίος ιστορικός που αναφέρει τον διωγμό των Ιουδαίων από τη Ρώμη, γεγονός που διασταυρώνεται με την αναφορά στις Πράξεις των Αποστόλων ιη’ 1-2.

Ταλμούδ: Το σύνολο των παραδόσεων των Φαρισαίων που είχαν ως σκοπό να ερμηνεύσουν και να συμπληρώσουν τον Νόμο. Μέσα σε αυτό υπάρχει ιστορική αναφορά για τον Ιησού από τη Ναζαρέτ ως ένας μεγάλος παραβάτης του Νόμου.

H.G. Wells (1866 – 1946): Διάσημος Άγγλος συγγραφέας που συνέγραψε την «Περίληψη της Ιστορίας» (The Outline of History). Ήταν άθεος αλλά χρησιμοποίησε τα Ευαγγέλια ως ιστορικές πηγές για το έργο του και υποστήριζε ότι η ιστορία του Χριστού δεν μπορεί να είναι ανθρώπινη επινόηση.

W. Durant (1885 – 1981): Kαθηγητής Φιλοσοφίας της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια. Το γνωστότερο έργο του είναι το 11τομο “The Story of Civilization” (Ιστορία του Πολιτισμού). Ο 3ος τόμος τιτλοφορείται «Καίσαρας και Χριστός» και αναφέρεται εκτεταμένα στο πρόσωπο του Χριστού. Δεν πίστευε στη θεοπνευστία της Καινής Διαθήκης. Στο κομάτι αυτό του έργου του, εκτός των άλλων, στρέφεται εναντίον αυτών που πιστεύουν ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν μύθος και δεν υπήρξε ποτέ.

Οι Μεσσιανικές Προφητείες:

Υπάρχουν περισσότερες από 300 προφητείες στην Παλαιά Διαθήκη που προαναγγέλουν τον ερχομό του Μεσσία. Μέσα στην Καινή Διαθήκη βλέπουμε ότι όλες αυτές οι προφητείες εκπληρώνονται σε ένα πρόσωπο, τον Ιησού Χριστό. Δεν είναι πολύ δύσκολο ακόμα και για έναν απλό μελετητή να κάνει μερικούς υπολογισμούς για να εκτιμήσει την πιθανότητα εκπλήρωσης καθεμιάς από τις προφητείες αυτές (για περισσότερες λεπτομέρειες σας παραπέμπουμε στο σχετικό υλικό της δεξιάς στήλης). Εν τούτοις, επίσημες μελέτες από χριστιανικό κολλέγιο, ενδεικτικά για μόλις 20 μεσσιανικές προφητείες, δίνουν πιθανότητα εκπλήρωσης σε ένα μόνο πρόσωπο, ίση με 1 στα 10175!

Συμπερασματικά, η αμφισβήτηση της αξιοπιστίας της Αγίας Γραφής αποτελεί έκφραση παραλογισμού, εφόσον μέσα από την αρχαιολογία, τη μελέτη των ιστορικών ντοκουμέντων αλλά επιπλέον, όπως είδαμε τελικά, ακόμα και μέσα από τα μαθηματικά, προκύπτει χείμαρρος αποδείξεων της ιστορικής ορθότητας και της αλήθειας του κειμένου της Αγίας Γραφής. Και η αλήθεια και η εγκυρότητα του κειμένου περιλαμβάνει βέβαια και όλες τις θαυματουργικές επεμβάσεις του Θεού. Διότι τα Ευαγγέλια, έτσι όπως είναι γραμμένα, αν δεν ήταν αληθινά και απολύτως αξιόπιστα, θα ήταν η πιο αποτυχημένη συνταγή για να διαδοθεί μια νέα πίστη. Επειδή, με πολύ μικρή χρονική απόσταση από τα γεγονότα, αφενός περιγράφουν πολύ συγκεκριμένα πράγματα, αφετέρου δε, επικαλούνται πάρα πολλούς μάρτυρες (όπως για παράδειγμα στην ανάσταση του γιου της χήρας στη Ναΐν, την ημέρα της Πεντηκοστής κ.α.)

Όλα αυτά τα στοιχεία βέβαια έρχονται να δράσουν ως συμπληρώματα της γενικότερης αξιοπιστίας της Αγίας Γραφής η οποία γίνεται αντιληπτή και βιώνεται από τον άνθρωπο όταν γνωρίσει τον Ιησού Χριστό και γευθεί τις ενέργειες του Θεού στη ζωή του.

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2016

Η παραβολή των ταλάντων

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ Π ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΛΕΜΕΣΟΥ

Παρερμηνεύοντας τον Ιησού!…



Κάποιοι κύριοι, καλοπροαίρετα αν θέλετε, στην προσπάθειά τους να ρίξουν περισσότερο νερό στο μύλο του αντιχριστιανισμού και για να αποπροσανατολίσουν τον θεοσεβούμενο λαό, βάζουν στο στόμα του Ιησού λόγια, που όχι μόνον δεν τα είπε ο Χριστός, αλλά, τουναντίον, άλλα εννοούσε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η παραβολή των δέκα ταλάντων (Λουκ. 19, 11-27).
ΧΩΡΙΣ αμφιβολία ζούμε τον καιρό της μεγάλης αμφισβήτησης . Της αμφισβήτησης των πάντων. Και η πρώτη αμφισβήτηση έρχεται στην πίστη, που έχουν οι άνθρωποι σε διάφορα θέματα όπως είναι η θρησκεία, η πατρίδα, η οικογένεια, ο πολιτισμός και τόσα άλλα.
Κάποιοι κύριοι, όμως, στην προσπάθειά τους να ρίξουν περισσότερο νερό στο μύλο του αντιχριστιανισμού και για να αποπροσανατολίσουν τον θεοσεβούμενο λαό, βάζουν στο στόμα του Ιησού λόγια, που όχι μόνον δεν τα είπε ο Χριστός, αλλά, τουναντίον, άλλα εννοούσε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η παραβολή των δέκα ταλάντων (Λουκ. 19, 11-27). Ας θυμηθούμε τι λέει το Ευαγγέλιο:
«Ενώ δε εκείνοι ήκουαν αυτά τα λόγια, τους είπε μίαν παραβολήν• και τούτο επειδή ενόμιζαν ότι τώρα που πλησιάζει ο διδάσκαλος εις την Ιερουσαλήμ, θα φανερωθή με όλην της την δόξαν η βασιλεία του Θεού.
Είπε λοιπόν• “ένας άνθρωπος ευγενούς καταγωγής, επήγεν εις μακρυνήν χώραν, δια να πάρη βασιλείαν και κατόπιν να επιστρέψη.
Αφού δε εκάλεσε δέκα δούλους του, τους έδωσε δέκα μνας, μίαν στον καθένα, δηλαδή εκατό περίπου δραχμάς της εποχής εκείνης, και τους είπε• Εμπορευθήτε με τα χρήματα αυτά, έως ότου έλθω, οπότε και θα μου δώσετε λογαριασμόν.
Οι συμπολίται του όμως τον εμισούσαν και αμέσως μόλις αυτός ανεχώρησε, έστειλαν μίαν επιτροπήν και έλεγαν• Δεν θέλομεν να γίνη αυτός βασιλεύς μας.
Και όταν αυτός επέστρεψε, αφού πλέον είχε λάβει την βασιλείαν, είπε να φωνάξουν τους δούλους του, στους οποίους είχε δώσει τα χρήματα δια να μάθη τι ο καθένας των εμπορεύθηκε και τι εκέρδησε.
Ήρθε ο πρώτος και είπε• Κύριε, η μνα σου εκέρδησε δέκα άλλας μνας.
Και είπεν εις αυτόν ο Κύριος• Εύγε καλέ και πιστέ δούλε. Επειδή δε εδείχθης εις τα ολίγα, που σου έδωσα, αξιόπιστος, σου δίνω τώρα εξουσίαν επάνω εις δέκα πόλεις.
Και ήλθεν ο δεύτερος λέγων• Κύριε, η μνα σου έφερε ως κέρδος άλλας πέντε μνας.
Είπε και στον πιστόν αυτόν δούλον ο κύριος• και συ γίνε διοικητής επάνω εις πέντε πόλεις.
Και άλλος δούλος ήλθε λέγων• Κύριε, ιδού η μνα, που μου έδωσες, την οποίαν είχα φυλαγμένην και ασφαλισμένην εις ένα μανδήλι. Την εφύλαττα δια να σου την επιστρέψω ασφαλώς, επειδή σε εφοβούμην, διότι είσαι άνθρωπος σκληρός και απαιτητικός. Παίρνεις ως ιδικόν σου, εκείνο που δεν έδωσες και θερίζεις χωράφι που δεν έσπειρες, και μαζεύεις εις αλώνι, στο οποίον δεν εσκόρπισες και δεν ελύχνισες.
Είπε δε προς αυτόν ο κύριος• Από τα λόγια σου θα σε κρίνω, πονηρέ δούλε. Εγνώριζες ότι εγώ είμαι άνθρωπος αυστηρός, που παίρνω ό,τι δεν έβαλα, και θερίζω εκεί που δεν έσπειρα και μαζεύω εκεί που δεν ελύχνισα. Τότε, διατί δεν έδωσες το χρήμα μου εις την τράπεζαν, ώστε όταν εγώ θα ηρχόμην, να το εισέπραττα μαζί με τον τόκον;
Και εις εκείνους, που εστέκοντο εκεί κοντά είπε• Πάρτε από αυτόν την μναν και δώστε την εις εκείνον που έχει τας δέκα μνας.
Και εκείνοι του είπαν• Κύριε έχει δέκα μνας.
Κάμετε όπως σας είπα. Διότι σας λέγω τούτο• εις εκείνον που έχει τα χαρίσματα και τα καλλιεργεί και τα χρησιμοποιεί όπως πρέπει, θα δοθή ακόμη περισσότερον. Από εκείνον όμως που δεν έχει ούτε ελάχιστον καλόν έργον να παρουσιάση, θα του αφαιρεθή και το μικρόν χάρισμα, που έχει.
Όσον δε δια τους εχθρούς μου εκείνους που δεν με ήθελαν βασιλέα των, φέρετέ τους εδώ και κατασφάξατέ τους εμπρός μου”…»
Όπως αντιλαμβάνονται οι φίλες και οι φίλοι αναγνώστες, ο Ιησούς δεν λέει πουθενά ο ίδιος να κατασφάξουν τους ανθρώπους, αλλά αναφέρεται σε μία παραβολή τι λέει ένας βασιλιάς ο οποίος εγκωμιάζει την εργατικότητα και αποδοκιμάζει την οκνηρία των ανθρώπων. Ακόμη περισσότερο όταν οι υπηρέτες του είναι πονηροί και θέλουν να τον ανατρέψουν!
Αυτή, λοιπόν, τη φράση της παραβολής («Όσον δε δια τους εχθρούς μου εκείνους που δεν με ήθελαν βασιλέα των, φέρετέ τους εδώ και κατασφάξατέ τους εμπρός μου»), οι προπαγανδιστές του αντιχριστιανισμού την έχουν κάνει περίπου σαν … λάβαρο και επιτίθενται αδίκως εναντίον του προσώπου του Ιησού τον οποίον χαρακτηρίζουν  … δολοφόνο !!!
Είναι απορίας άξιον μέχρι πού μπορεί να φθάσει η σκοπιμότητα ορισμένων κυρίων. Και δεν είμαστε εμείς κριτές για να ελέγξουμε πώς ορισμένοι εξ αυτών των κυρίων αιφνιδίως ξύπνησαν ένα πρωί με υπερπολυτελείς εκδόσεις βιβλίων και περιοδικών, την ώρα που ορισμένοι άλλοι κατηγορούνται ότι είναι πρώην ή νυν Μάρτυρες του Ιεχωβά και κάποιοι άλλοι επιχείρησαν ανεπιτυχώς να χρηματίσουν ακόμη και τον γράφοντα, προκειμένου να κάνει αντιχριστιανικό αγώνα όταν έκανε εκπομπές στην τηλεόραση!
Ο Ιησούς με τις παραβολές του δεν σημαίνει ότι υιοθετεί το περιεχόμενό τους. Μιλώντας για παράδειγμα για τις μωρές παρθένες κάθε άλλο παρά επιδοκιμάζει την πρακτική τους, ή όταν μιλάει για τον άφρονα πλούσιο κάθε άλλο παρά επιθυμεί να είναι στη θέση του άφρονα πλουσίου. Το ίδιο και με την παραβολή των δέκα ταλάντων όπου τα λόγια που χρησιμοποίησε ο Ιησούς είναι λόγια του βασιλιά και όχι δικά Του!
Με την παραβολή των ταλάντων, όπως λένε και οι θεολόγοι, ο Κύριος θέλει να μας παρουσιάσει τα δώρα και τα χαρίσματα, που ο Θεός έχει δώσει στον άνθρωπο. Ο καθένας, πρέπει να καλλιεργήσει και να αναδείξει τα χαρίσματά του. Δηλαδή, να προσφέρει με πολλή αγάπη τις υπηρεσίες του στους συνανθρώπους του. Έτσι θα είναι έτοιμος να υποδεχτεί στην καρδιά του την αγάπη και την επιβράβευση του Ιησού Χριστού.
Με την ευκαιρία, επιτρέψατέ μου να εκφράσω και ένα προσωπικό παράπονο: Είναι γεγονός ότι από την ώρα που έγραψα το βιβλίο «Ιησούς Χριστός: Ελληνισμός-Χριστιανισμός» δέχθηκα έναν καταιγισμό επικριτικών άρθρων από διάφορους κυρίους (καλοπροαίρετους ή μη) και είναι απορίας άξιον γιατί.
Και τα λέγω αυτά διότι ενώ η πατρίδα μας ταλανίζεται από μια φοβερή και ανελέητη οικονομική κρίση και κυρίως κρίση μεγάλων αξιών, που δίδαξαν οι ένδοξοι πρόγονοί μας και ο ίδιος ο Χριστός, δηλαδή την ώρα που η Ελλάδα κινδυνεύει από χίλιους μύριους κινδύνους και οι εχθροί δεν ευρίσκονται πλέον προ των πυλών, αλλά εντός των πυλών της Χώρας (αντιλαμβάνεσθε ποιους εννοώ), κάποιοι κύριοι, αδιαφορούν για την συρρίκνωση του Ελληνισμού που επέφεραν οι άλλοι διωγμοί των Χριστιανών, και επιτίθενται εναντίον των Ελλήνων Ορθοδόξων Χριστιανών με αχαρακτήριστες φράσεις που δεν περιποιούν τιμή στον προαιώνιο ελληνικό πολιτισμό μας , γιατί –λέει- πιστεύουν στο Χριστό και όχι σε κάποιους άλλους θεούς, που θέλουν ορισμένοι (!!).
Καιρός να τείνουμε πια ο ένας προς τον άλλον την χείρα φιλίας και όχι να βγάζουμε ο ένας τα μάτια του άλλου, όπως έκαναν επί 27 ολόκληρα χρόνια οι αρχαίοι μας πρόγονοι μόνο στους Πελοποννησιακούς πολέμους (!!), αποδυναμώνοντας τον Ελληνισμό και προσφέροντάς τον εκ του ασφαλούς λεία στους Ρωμαίους κατακτητές, αργότερα στους Τούρκους και Θεός οίδε σε ποιους άλλους «μας περιμένουν στη γωνία με ανοιχτό το στόμα» αν συνεχίσουμε την ίδια τακτική! Έλεος, πια!.. Αρκετό αίμα χύθηκε από τον ελληνικό λαό! Δεν χρειάζεται άλλο.
Με σεβασμό και τιμή
ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΝ. ΣΑΚΚΕΤΟΣ
Κυριακή, 17 Φεβρουαρίου 2013

Η παραβολή των μνων Λουκ. 19,11-27. Μια ερμηνευτική προσέγγιση.



parable_of_talents_C-955
Η παραβολή των μνων έχει κοινά σημεία με την παραβολή των ταλάντων, την οποία καταγράφει ο ευαγγελιστής Ματθαίος (25,14-30). Παρουσιάζει, ωστόσο, σημαντικές διαφορές και, επιπλέον λέχθηκε σε άλλη περίσταση. Πρόκειται επομένως για μια διαφορετική παραβολή, η οποία παραδίδεται μόνον από τον ευαγγελιστή Λουκά. [Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει και ο μεγάλος ερμηνευτής της Γραφής άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος – Εις Ματθαίον 78,2 PG58,713 ΕΠΕ 12,88]
19,11᾿Ακουόντων δὲ αὐτῶν ταῦτα προσθεὶς εἶπε παραβολήν, διὰ τὸ ἐγγὺς αὐτὸν εἶναι ῾Ιερουσαλὴμ καὶ δοκεῖν αὐτοὺς ὅτι παραχρῆμα μέλλει ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀναφαίνεσθαι·
Εδώ τα πλήθη που τον ακολουθούσαν και άκουγαν τον λόγο του, πίστευαν, ότι τώρα, η Βασιλεία του Θεού θα γίνει φανερή με την άμεση εγκαθίδρυση της μεσσιακής βασιλείας, και είχαν την βεβαιότητα, και την προσδοκία αυτή, επειδή ο Ιησούς πλησίαζε στην Ιερουσαλήμ. Αυτό ακριβώς δηλώνει το επίρρημα «παραχρήμα» το οποίο με έμφαση προτάσσεται. Αυτή την πλανεμένη αντίληψη, στοχεύει να ανασκευάσει η παραβολή των μνων. Ο Κύριος πράγματι μεταβαίνει στα Ιεροσόλυμα για να εγκαθιδρύσει μια βασιλεία, η οποία όμως είναι πνευματική, χωρίς δόξες, αλλά με σταυρό και θάνατο.
19,12 εἶπεν οὖν· ἄνθρωπός τις εὐγενὴς ἐπορεύθη εἰς χώραν μακρὰν λαβεῖν ἑαυτῷ βασιλείαν καὶ ὑποστρέψαι.
Κάποιος άνθρωπος ευγενής, δηλαδή, αρχοντικής καταγωγής πήγε σε χώρα μακρινή, για να διεκδικήσει το βασιλικό αξίωμα. Στο πρόσωπο αυτό οι Πατέρες βλέπουν τον Ιησού «άνθρωπον μεν ως ενανθρωπήσαντα. ευγενή δε ως Υιόν του Θεού». Ο θεάνθρωπος Κύριος, ο οποίος και ως άνθρωπος κατάγεται από βασιλική γενιά, αλλά προπάντων ως Θεός έχει την ύψιστη ευγένεια, την θεία φύση, έχει το αποκλειστικό δικαίωμα να αναλάβει τον θρόνο της βασιλείας του Θεού.
Η φράση ότι ο ευγενής άνθρωπος «ἐπορεύθη εἰς χώραν μακρὰν», δηλώνει την απόσταση που τον χώριζε από τους υπηκόους του, αλλά και το μακροχρόνιο της απουσίας του. Δεν θα εμφανιζόταν σύντομα ως βασιλιάς. Αντίστοιχα ο Ιησούς μετά την Ανάστασή του θα αναληφθεί στους Ουρανούς, από όπου θα επιστρέψει ένδοξος κατά την Δευτέρα Παρουσία. Μάταια επομένως οι ακόλουθοί του, περίμεναν την άμεση εγκαθίδρυση της βασιλείας του, «παραχρήμα». (στ.11)
19,13. καλέσας δὲ δέκα δούλους ἑαυτοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς δέκα μνᾶς καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· πραγματεύσασθε ἐν ᾧ ἔρχομαι.
Η μνα είναι νόμισμα που αντιστοιχεί σε ένα ελάχιστο χρηματικό ποσό. Η αξία εξήντα μνων ήταν ίση με ένα τάλαντο. Με αυτό το ελάχιστο ποσό, ο μελλοντικός βασιλιάς θέλει να ελέγξει την εντιμότητα των δούλων του, την αφοσίωσή τους στο πρόσωπό του, αλλά και την εργατικότητα, την αξιοσύνη του καθενός. Αν αποδειχθούν άξιοι θα τους αναθέσει μεγαλύτερη αποστολή. Θα τους χρησιμοποιήσει ως συνεργάτες του στην βασιλεία που υπολογίζει να αναλάβει. Η εντολή «πραγματεύσασθε ἐν ᾧ ἔρχομαι», είναι μια έντονη προτροπή προς τους δούλους. Όπως οι έμποροι μοχθούν έντονα για να αυξήσουν τα κέρδη τους έτσι χρειάζεται και αυτοί να εμπορευθούν το ποσό που τους εμπιστεύθηκε ο άρχοντας με ζήλο ώστε να το αυξήσουν. Και ενώ όλοι συνέδεαν την βασιλεία του Θεού με τιμές και αξιώματα, ο Κύριος τους προειδοποιεί, ότι θα προηγηθεί εργασία έντονη και κοπιαστική.
Ο αριθμός δέκα, χρησιμοποιείται για να δηλώσει το πλήθος, δηλαδή συμπεριλαμβάνει όλους τους πιστούς [όπως και στην παραβολή των δέκα παρθένων] και η μνα συμβολίζει τα πνευματικά χαρίσματα που όλοι λαμβάνουμε με το Μυστήριο του Βαπτίσματος και του Χρίσματος
19,14. οἱ δὲ πολῖται αὐτοῦ ἐμίσουν αὐτόν, καὶ ἀπέστειλαν πρεσβείαν ὀπίσω αὐτοῦ λέγοντες· οὐ θέλομεν τοῦτον βασιλεῦσαι ἐφ᾿ ἡμᾶς.
Οι πολίτες της χώρας, έστειλαν πρεσβεία στην υπέρτατη εξουσία και εξέφρασαν την αποδοκιμασία τους για τον άνδρα που διεκδικούσε την βασιλεία, λέγοντας περιφρονητικά «οὐ θέλομεν τοῦτον βασιλεῦσαι ἐφ᾿ ἡμᾶς». Αντίστοιχη ήταν και η πολεμική που αντιμετώπισε ο Ιησούς από τους θρησκευτικούς άρχοντες των Ιουδαίων. Τον καταδίωκαν συνεχώς. Όπου πήγαινε εκείνος έστελναν ανθρώπους δικούς τους εγκάθετους, να τον παγιδεύσουν, να βρουν κατηγορίες εναντίον του, να τον διαβάλουν στον όχλο που τον ακολουθούσε.
Δεν είναι τυχαίο το «ἐμίσουν αὐτόν» σε χρόνο παρατατικό. Ο παρατατικός φανερώνει μόνιμη και ίσως αυξανόμενη κατάσταση μίσους και όχι παροδικό συναίσθημα. Είναι η περιγραφή για το μίσος που έδειξαν οι συμπατριώτες του Ιησού, οι Ιουδαίοι: εἰς τὰ ἴδια ἦλθε, καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον (Ιω.1,11) και αλλού ο ίδιος ευαγγελιστής συμπληρώνει «ἀλλ’ ἵνα πληρωθῇ ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος ἐν τῷ νόμῳ αὐτῶν, ὅτι ἐμίσησάν με δωρεάν». (Ιω. 15,25)
19,15. καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἐπανελθεῖν αὐτὸν λαβόντα τὴν βασιλείαν, καὶ εἶπε φωνηθῆναι αὐτῷ τοὺς δούλους τούτους οἷς ἔδωκε τὸ ἀργύριον, ἵνα ἐπιγνῷ τίς τί διεπραγματεύσατο
Όταν επέστρεψε ο κύριος της παραβολής ως βασιλιάς πλέον ζήτησε αναφορά από αυτούς στους οποίους είχε εμπιστευτεί το κεφάλαιο του «τίς τί διεπραγματεύσατο». Η σκηνή παραπέμπει στην μέλλουσα κρίση. Κατά την Δευτέρα Παρουσία, όταν ο Κύριος επιστρέψει στη γη με πολλή δύναμη και μεγαλοπρέπεια, θα καθίσει στον ένδοξο θρόνο του και με τους αγγέλους του θα καλέσει τους ανθρώπους να λογοδοτήσουν. Τότε θα αποδώσει στον καθένα κατά τα έργα του.
Βέβαια οι δούλοι στους οποίους εμπιστεύτηκε από μία μνα, ήταν δέκα, αναφέρεται όμως ο απολογισμός τριών μόνο, προφανώς γιατί αυτοί εκπροσωπούν και τους άλλους. Σε αυτούς τους τρείς τύπους αποτυπώνεται η εργατικότητα ή η ραθυμία , το ενδιαφέρον και ο ζήλος, ή η αδιαφορία και η ψυχρότητα και η αντίστοιχη διαφορά των επάθλων.
19,16. παρεγένετο δὲ ὁ πρῶτος λέγων· κύριε, ἡ μνᾶ σου προσειργάσατο δέκα μνᾶς.
Ο πρώτος δούλος εμπορευόμενος την μνα απέκτησε άλλες δέκα. Δεκαπλασίασε δηλαδή το αρχικό κεφάλαιο που του εμπιστεύτηκε ο κύριός του. Αποδείχτηκε λοιπόν πιστός και ικανός στην αποστολή που του ανατέθηκε. Εκείνο που είναι όμως σημαντικό είναι η βαθειά ταπεινοφροσύνη με την οποία αποδίδει την επιτυχία του, αναφερόμενος όχι στις δικές του δυνάμεις, αλλά στην ίδια την μνα που του έδωσε ο κύριος του. Έχει την πεποίθηση ότι εκείνη η μνα «προσειργάσατο δέκα μνᾶς», κέρδισε δέκα. Ήταν ο σπόρος που καρποφόρησε πλούσια και η καρποφορία μόνο στο αφεντικό του ανήκει. Δεν καυχάται λοιπόν, για το ότι επιτέλεσε κάποιο δικό του κατόρθωμα.
19,17. καὶ εἶπεν αὐτῷ· εὖ, ἀγαθὲ δοῦλε! ὅτι ἐν ἐλαχίστῳ πιστὸς ἐγένου, ἴσθι ἐξουσίαν ἔχων ἐπάνω δέκα πόλεων.
Παρόλο που το ποσό ήταν ασήμαντο εκείνος δεν αδιαφόρησε, δεν απέφυγε τον κόπο, αλλά το αξιοποίησε πολύ ικανοποιητικά. Δίκαια ο κύριος τον επαινεί με το , «εὖ ἀγαθὲ δοῦλε!» , διότι του λέγει «ἐν ἐλαχίστῳ πιστὸς ἐγένου».
Συνήθιζαν οι βασιλείς της Ανατολής να ορίζουν ως διοικητές ή επάρχους πόλεων πρόσωπα της εμπιστοσύνης τους. Η τοποθέτηση σε τέτοιες θέσεις ήταν μια διάκριση άκρως τιμητική.
Πλουσιοπάροχα και μεγαλόδωρα επιβραβεύει ο κύριος την πιστότητα του δούλου του. Ενώ μια μνα είχε ελάχιστη αγοραστική αξία, εκείνος δίνει ως ανταμοιβή στον πιστό και εργατικό δούλο μια ολόκληρη πόλη για κάθε μνα που κέρδισε! Η κυριαρχία σε δέκα πόλεις, δηλώνει την μεγάλη τιμή με την οποία περιβάλλεται ο πιστός δούλος, γίνεται συμβασιλέας.
19, 18-19. καὶ ἦλθεν ὁ δεύτερος λέγων· κύριε, ἡ μνᾶ σου ἐποίησε πέντε μνᾶς. εἶπε δὲ καὶ τούτῳ· καὶ σὺ γίνου ἐπάνω πέντε πόλεων.
Και ο δεύτερος δούλος της παραβολής, το ίδιο πιστός και ταπεινός κατάφερε να αξιοποιήσει την μνα και να πενταπλασιάσει την αξία της. Ο κύριος του δεν τον αδικεί αφού και σε αυτόν δίνει μία πόλη για κάθε μνα που κέρδισε. Του προσφέρει δηλαδή εξουσία ανάλογη με τις δυνατότητές του για να μπορεί να ανταποκριθεί.
Στην ουράνια βασιλεία υπάρχουν διαβαθμίσεις δόξας (Α’ Κορ. 15,41)
Όλοι οι σεσωσμένοι ζουν μέσα στην ένδοξη παρουσία του Θεού, αλλά ο καθένας απολαμβάνει τόσο όσο το σκεύος του του επιτρέπει. Ανάλογα με την πνευματική δραστηριότητα που αναπτύσσει στην παρούσα ζωή είναι και η χωρητικότητα του σκεύους του. Ανάλογο και το ύψος της ουράνιας δόξας που του παραχωρείται.
19, 20-21. καὶ ἕτερος ἦλθε λέγων· κύριε, ἰδοὺ ἡ μνᾶ σου, ἣν εἶχον ἀποκειμένην ἐν σουδαρίῳ. ἐφοβούμην γάρ σε, ὅτι ἄνθρωπος αὐστηρὸς εἶ· αἴρεις ὃ οὐκ ἔθηκας, καὶ θερίζεις ὃ οὐκ ἔσπειρας, καὶ συνάγεις ὅθεν οὐ διεσκόρπισας.
Και εδώ είναι ο τρίτος δούλος ο οποίος με το αγέρωχο και υπερήφανο ύφος του, ενώ δεν παρουσίασε κανένα κέρδος, [αντίθετα έκρυψε στο μαντήλι του την μνα], καυχιέται σαν να κατόρθωσε κάποια αρετή.
Προκαλεί εντύπωση η αυθάδεια με την οποία προσπαθεί να δικαιολογήσει τον εαυτό του: «ἐφοβούμην γάρ σε, ὅτι ἄνθρωπος αὐστηρὸς εἶ». Χαρακτηρίζει τον κύριο του αυστηρό και σκληρό και προφασίζεται ότι αυτή ακριβώς του η σκληρότητα τον απέτρεψε από τις αβέβαιες συναλλαγές του εμπορίου.
Καταλαβαίνει προφανώς την ενοχή του αλλά αρνείται να την αποδεχθεί, να παραδεχτεί ταπεινά την αδυναμία του και να ζητήσει συγγνώμη. Όχι μόνο δεν αναλαμβάνει την ευθύνη των πράξεών του, αλλά προσπαθεί να ρίξει το βάρος της ευθύνης στον κύριό του. Τον μέμφεται ότι με σκληρότητα και απληστία ιδιοποιείται τα ξένα κέρδη. Όμως η συμπεριφορά του κυρίου του προς τους δύο προηγούμενους δούλους, τους εργατικούς και φιλότιμους, αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο.
Ο αυθάδης τρόπος με τον οποίο εκφράζεται ο δούλος αυτός προδίδει την ποιότητα του χαρακτήρα του. Δεν σκέπτεται ότι με την μνα που του εμπιστεύτηκε ο κύριος, του έδωσε μια ευκαιρία, να αναπτύξει τις ικανότητές του, αλλά ενοχλείται από την αξίωση του κυρίου του να πολλαπλασιάσει την μνα.
Εδώ σε αυτόν το στίχο ας μείνουμε λίγο και ας αναλογιστεί ο καθένας μας, μήπως σε αυτόν τον τύπο της παραβολής βρίσκεται ένα κομμάτι του δικού μας εαυτού.
Πόσες φορές, δικαιολογούμε τον εαυτό μας, ή, αρνούμαστε να αναλάβουμε την ευθύνη των πράξεών μας, ή, ρίχνουμε την ευθύνη στον αδελφό μας και ενίοτε έστω και υποσυνείδητα θεωρούμε υπαίτιο για τα δικά μας στραβά τον Θεό. Πόσες φορές ενώ μπορούσαμε να εργαστούμε στην αρετή το αποφύγαμε, ή, ενώ μπορούσαμε να βάλουμε καλό λογισμό για τον διπλανό μας το αρνηθήκαμε, ή, ενώ μπορούσαμε να παραδεχτούμε ένα λάθος μας το δικαιολογήσαμε, πως άλλος φταίει και εντέλει πως όχι μόνο δεν πολλαπλασιάζουμε τα χαρίσματα που έχουμε, αλλά τα αγνοούμε εντελώς…
19,22. λέγει αὐτῷ· ἐκ τοῦ στόματός σου κρινῶ σε, πονηρὲ δοῦλε. ᾔδεις ὅτι ἄνθρωπος αὐστηρός εἰμι ἐγώ, αἴρων ὃ οὐκ ἔθηκα, καὶ θερίζων ὃ οὐκ ἔσπειρα, καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισα·
Η συμπεριφορά του τρίτου δούλου, διαμετρικά αντίθετη, προς την συμπεριφορά του πρώτου δούλου, δικαιολογεί απόλυτα την προσφώνηση «πονηρὲ δοῦλε», με την οποία απευθύνεται σ’αυτόν ο κύριος του, που είχε επαινέσει τον πρώτο δούλο, ως «αγαθό» και «πιστό» (στ.17). Αυτή η συμπεριφορά του δούλου τον αποδεικνύει ένοχο και τον καταδικάζει, γιατί εφόσον όπως λέει «γνώριζε» τις απαιτήσεις του κυρίου του, όφειλε να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να εξασφαλίσει ένα ικανοποιητικό κέρδος.
Γιατί όμως είναι «πονηρός» ο δούλος αυτός; Ακριβώς γιατί προσπαθεί να δικαιολογηθεί. Ήθελε να αποκρύψει τα πραγματικά του κίνητρα. Προσπαθεί να καλύψει την φυγοπονία, την ραθυμία, την αμέλεια πίσω από την πρόφαση της αγωνίας του για την διαφύλαξη του αρχικού ποσού. Έτσι συμπεριφέρεται ο κάθε ένοχος που δεν έχει ταπείνωση να αναγνωρίσει το σφάλμα του και να μετανοήσει.
19,23. καὶ διατί οὐκ ἔδωκας τὸ ἀργύριόν μου ἐπὶ τὴν τράπεζαν, καὶ ἐγὼ ἐλθὼν σὺν τόκῳ ἂν ἔπραξα αὐτό;
Και εδώ ας προσέξουμε το εξής: Ο δούλος αυτός προτίμησε την ησυχία του. Δεν έκανε ασωτίες, δεν διεσκόρπισε ό,τι έλαβε, ήταν πιθανόν ένας «καλός άνθρωπος». Αδιαφόρησε όμως. Ούτε καν ασφάλισε την μνα στην τράπεζα, αλλά την έκρυψε σε ένα σουδάριο, σε ένα μαντήλι, δηλαδή σε σημείο ανασφαλές και πρόχειρο. Άφησε ό,τι έλαβε σε αχρηστία και αυτό ισοδυναμεί με «αμαρτωλή σπατάλη» (πρβλ Ια 4,17).
Από τον καθένα μας λοιπόν θα ζητηθεί λόγος για ό,τι είχε την δυνατότητα να κάνει, αλλά αμέλησε. Και σαφώς αδιαφορία είναι και το να κρατάει κάποιος την χάρη του Θεού για τον εαυτό του και να μην προσπαθεί να την μεταδώσει και σε άλλες ψυχές.
19,24-25. καὶ τοῖς παρεστῶσιν εἶπεν. ἄρατε ἀπ᾿ αὐτοῦ τὴν μνᾶν καὶ δότε τῷ τὰς δέκα μνᾶς ἔχοντι. καὶ εἶπον αὐτῷ· κύριε, ἔχει δέκα μνᾶς.
Η μνα που έμεινε ανεκμετάλλευτη, δικαίως πηγαίνει σε εκείνον που μπορεί να την αξιοποιήσει. Σε εκείνον που απέδειξε ότι έχει όλες τις προϋποθέσεις να την αξιοποιήσει. Η εντολή δίδεται στους ακόλουθους του άρχοντα στους «παρεστώτες», δηλαδή, στους εκτελεστές των διαταγών του. Στην Δευτέρα Παρουσία, ο Κύριος θα απευθυνθεί «τοις υπηρετούσιν αγγέλοις».
19,26. λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι παντὶ τῷ ἔχοντι δοθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ.
Να τι γίνεται στην πνευματική ζωή. Όσοι καλλιεργούν, αυξάνουν. Όσοι αμελούν, ακόμα και αν έχουν κάτι καλό το χάνουν διότι αποδεικνύονται ανάξιοι της θεϊκής ευλογίας.
19,27. πλὴν τοὺς ἐχθρούς μου ἐκείνους, τοὺς μὴ θελήσαντάς με βασιλεῦσαι ἐπ᾿ αὐτούς, ἀγάγετε ὧδε καὶ κατασφάξατε αὐτοὺς ἔμπροσθέν μου.
Μετά την εξήγηση της ενέργειάς του ο άρχοντας της παραβολής δεν λησμονεί να τιμωρήσει τους συμπολίτες του που δεν ήθελαν να του δοθεί η βασιλική εξουσία. Η κινητοποίηση τους και η προσπάθεια να ματαιώσουν την εξουσία του (στ.14) αποκάλυψε την εχθρική τους διάθεση έναντι του άρχοντα. Γι’ αυτό και δεν τους αποκαλεί πλέον πολίτες, αλλά εχθρούς και με εχθρότητα τους αντιμετωπίζει. Δίδει, δηλαδή την εντολή «ἀγάγετε ὧδε», φέρτε τους εδώ, «καὶ κατασφάξατε αὐτοὺς ἔμπροσθέν μου», και να τους κατασφάξετε μπροστά μου.
Στην εφαρμογή της παραβολής, η εντολή δίδεται από τον Κύριο Ιησού Χριστό και αφορά στην τιμωρία των συμπατριωτών του Ιουδαίων, οι οποίοι τον απέρριψαν, και όλων των αμετανόητων εχθρών του.
Την πρώτη εκπλήρωση του λόγου αυτού έζησαν οι Ιουδαίοι όταν το 70 μ.Χ. εισέβαλαν στα Ιεροσόλυμα τα ρωμαϊκά στρατεύματα με αρχηγό τον Τίτο και έκαναν φοβερές σφαγές και καταστροφές. Πραγματοποιήθηκε τότε εκείνο που ασυλλόγιστα ζήτησε το πλήθος, όταν απαιτούσε την σταύρωση του Ιησού: «τὸ αἷμα Αὐτοῦ ἐφ’ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν» (Μτθ. 27,25). Εκείνη η καταστροφή της Ιερουσαλήμ, αποτελεί προφητεία της μελλούσης κρίσεως, όπου θα τιμωρηθούν όλοι οι εχθροί του Ιησού Χριστού. Το χωρίο αποτελεί μια επιπλέον μαρτυρία για την μέλλουσα κρίση και την κόλαση. Κατά την Δευτέρα Παρουσία θα συντριβούν και θα τιμωρηθούν αυστηρά όλοι οι εχθροί του βασιλέως Χριστού. Δεν παρουσιάζει μόνον η Παλαιά Διαθήκη την αυστηρότητα του Θεού, παρατηρεί ο άγιος Αυγουστίνος. Και τα Ευαγγέλια μας διδάσκουν ότι θα κριθούν αυστηρά όσοι εμμένουν στην κακία τους.
Η παρούσα ανάρτηση, βασίζεται κατεξοχήν στο εξαιρετικό πόνημα του αείμνηστου καθ. Στέργιου Σάκκου, «Ερμηνεία στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιον», τόμος Γ’ σελ. 107-119.

Ἡ Παραβολή τῶν ταλάντων Κυριακή ΙΣΤ´ Ματθαίου π.Χρήστου Ζαχαράκη






«Ἕνας ἄνθρωπος, φεύγοντας σὲ μακρινό τόπο, κάλεσε τοὺς ὑπηρέτες του καὶ τοὺς παρέδωσε τὰ ὑπάρχοντά του· σ᾽ ἕναν ἔδωκε πέντε τάλαντα, σὲ ἄλλον ἔδωκε δύο καὶ σὲ ἄλλον ἕνα· στὸν καθένα κατὰ τὴ δύναμή του, κι ἔφυγε ἀμέσως γιὰ ταξίδι».
Ἡ παραβολὴ τῶν ταλάντων, ὅπως συνηθίζουμε νὰ τὴ λέμε, φανερώνει στὸν ἄνθρωπο τὸ ἔργο του καὶ τὴν εὐθύνη του ἀπέναντι στὴν κλήση του ἀπὸ τὸ  Θεὸ στὸ μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας, δείχνει τὸ μέγεθος τοῦ χρέους του ἀπέναντι στὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ. Τὰ χαρίσματα εἶναι ἀπὸ τὰ «ὑπάρχοντα» τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴν περιουσία του, εἶναι ὅ,τι ὀμορφαίνει τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ ὀμορφιά ποὺ ὄχι μόνο δὲν μποροῦμε νὰ θάψουμε, μὰ θὰ δώσουμε λόγο στὸ Θεό ἄν δὲν τὴν τιμήσουμε  καλλιεργώντας ὄχι αὐτὰ ποὺ τὴ διατηροῦν ἀλλὰ ἐκεῖνα ποὺ τὴν πολλαπλασιάζουν. «Καρποφορήσωμεν ἡμᾶς αὐτοὺς, τὸ τιμιώτατον Θεῷ κτῆμα καὶ οἰκειότατον· ἀποδῶμεν τῇ εἰκόνι τὸ κατ᾿ εἰκόνα, γνωρίσωμεν ἡμῶν τὸ ἀξίωμα, τιμήσωμεν τὸ ἀρχέτυπον, γνῶμεν τοῦ μυστηρίου τὴν δύναμιν, καὶ ὑπὲρ τίνος Χριστὸς ἀπέθανε», λέγει πολὺ χαρακτηριστικά ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἄς προσφέρουμε ὡς καρπὸ τὸν  ἑαυτό μας, τὸ πιὸ πολύτιμο καὶ πιὸ ἀγαπητὸ κτῆμα τοῦ Θεοῦ. Νὰ  ἀποδώσουμε στὴν εἰκόνα τὸ κατ᾽ εἰκόνα, νὰ καταλάβουμε τὴν ἀξία μας, νὰ τιμήσουμε τὸ πρωτότυπο τῆς εἰκόνας μας, νὰ γνωρίσουμε τὴ δύναμη τοῦ μυστηρίου καὶ νὰ μάθουμε γιὰ ποιὸν ἔπαθε ὁ Χριστός.
«Ε, δολε γαθ κα πιστέ π λίγα ς πιστός, π πολλν σε καταστήσω». Ἐκεῖνο ποὺ ζητάει ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Θεός εἶναι πολὺ λίγο, πολὺ μικρὸ σὲ σχέση μ᾽ αὐτὸ ποὺ μᾶς προσφέρει. Ζητᾶ ἀπὸ μᾶς πίστη στὸ πρόσωπό του καὶ στὴν ἀγαθότητά του καὶ μᾶς προσφέρει τὰ ὑπάρχοντά του, μᾶς προσφέρει δηλαδὴ ὁλόκληρο τὸν κόσμο… Ἐμεῖς σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο εἴμαστε διαχειριστές τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, γι αὐτὸ κι ἀναπολόγητοι, ἄν ἡ ἀγάπη δὲν πληθαίνει γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴ  δόξα τοῦ Θεοῦ.


Στὴν ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία του ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς, ὅταν μακαρίζει μία σειρά ἀνθρώπων, οὐσιαστικά καὶ ξεκάθαρα μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν εἶναι ἡ χαρά καὶ σωτηρία εἶναι ἡ συμμετοχή μας στὴ χαρὰ αὐτὴ τοῦ Θεοῦ· «χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Ὕψιστη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεὸς μοιράζει τὰ χαρίσματα «κάστ κατ τν δίαν δύναμιν». Δηλαδὴ ὁ Θεὸς δὲν ζητάει τίποτε περισσότερο ἀπ᾽ αὐτὸ ποὺ πραγματικά μποροῦμε. Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος πάλι, ὅταν μιλάει γιὰ τὰ χαρίσματα, λέει ὅτι αὐτὰ δίνονται «κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεως». Ὅσο περισσότερο πιστεύουμε τόσα περισσότερα καὶ μποροῦμε, ἤ ὅσο πιστεύει ὁ ἄνθρωπος τόσο καὶ χαριτώνεται…

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 7 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2016 ΙΣΤ΄ Ματθαίου: Ματθ. κε΄ 14-30



Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωπός τις ἀποδημῶν ἐ­­­­κάλεσε τοὺς ἰδίους δούλους καὶ παρέδωκεν αὐτοῖς τὰ ὑπάρχοντα αὐ­­­­τοῦ, καὶ ᾧ μὲν ἔδωκε πέντε τάλαντα, ᾧ δὲ δύο, ᾧ δὲ ἕν, ἑκάστῳ κα­­­τὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν, καὶ ἀπεδήμησεν εὐθέως. πορευθεὶς δὲ ὁ τὰ πέντε τά­­­λαντα λαβὼν εἰργάσατο ἐν αὐτοῖς καὶ ἐποίησεν ἄλλα πέντε τάλαντα. ὡσαύτως καὶ ὁ τὰ δύο ἐκέρδησε καὶ αὐτὸς ἄλλα δύο. ὁ δὲ τὸ ἓν λαβὼν ἀπελθὼν ὤρυξεν ἐν τῇ γῇ καὶ ἀπέκρυψε τὸ ἀργύριον τοῦ κυρίου αὐτοῦ. μετὰ δὲ χρόνον πολὺν ἔρχεται ὁ κύριος τῶν δού­λων ἐκείνων καὶ συναίρει μετ᾿ αὐτῶν λόγον. καὶ προσελθὼν ὁ τὰ πέντε τάλαντα λαβὼν προσήνεγκεν ἄλλα πέντε τάλαντα λέγων· κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα πέντε τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. ἔφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὰ δύο τάλαντα λαβὼν εἶπε· κύριε, δύο τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα δύο τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. ἔφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὸ ἓν τάλαντον εἰληφὼς εἶπε· κύριε, ἔγνων σε ὅτι σκληρὸς εἶ ἄνθρωπος, θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας· καὶ φοβηθεὶς ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ· ἴδε ἔχεις τὸ σόν. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ κύριος αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ· πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ! ᾔδεις ὅτι θερίζω ὅπου οὐκ ἔσπειρα καὶ συνάγω ὅθεν οὐ διεσκόρπισα! ἔδει οὖν σε βαλεῖν τὸ ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις, καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ. ἄρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ τάλαντον καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα ­τάλαντα. τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχον­τος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ· καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ
1. Ταλαντοῦχοι
    Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς παρουσιάζει τὴν παραβολὴ τῶν ταλάν­των. Ἕνας ἄνθρωπος – πλούσιος ἄρχον­τας – ἐπρόκειτο νὰ φύγει γιὰ μακρινὸ ταξίδι. Κάλεσε λοιπὸν τοὺς δούλους του καὶ τοὺς παρέδωσε τὰ ὑπάρχοντά του, μοιράζοντάς τους διαφορετικὸ ποσὸ ταλάντων γιὰ νὰ τὰ διαχειρίζονται ὅσο θὰ ἀπουσίαζε. (Ἕνα τάλαντο ἀντιστοιχεῖ σὲ συγκεκριμένο βάρος χρυσοῦ).
    Τὰ τάλαντα αὐτὰ τῆς παραβολῆς συμβολίζουν τὰ χαρίσματα ποὺ δίνει ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους. Ἡ ­πρόοδος στὰ γράμματα, οἱ εἰδικὲς γνώσεις καὶ οἱ τεχνικὲς ἱκανότητες, μιὰ ἰδιαίτερη ­ἔφεση σὲ κάποια ἐπιστήμη, στὴ μουσική, στὴν τέχνη ἢ σὲ κάποιο ­ἐπάγγελμα. Ἐπι­πλέ­ον ὑπάρχουν πολλὰ καὶ ­ποικίλα χαρίσματα ποὺ κρύβει ἡ ­προσωπικότητα τοῦ καθενός: Ἄλλος ἔχει ἡγετικὸ χάρισμα, ἄλλος ἔχει ἱκανότητα στὸ λόγο, ἄλλος ἔχει σύν­εση, ἄλλος ­αὐθορμητισμό, ἄλλος εἶναι ὀργανωτικός, ἄλλος ἐνθουσιώδης καὶ τολμηρός.
    Ὅπως κανεὶς δοῦλος τῆς παραβολῆς δὲν ἔμεινε χωρὶς τάλαντο, ἔτσι καὶ καν­εὶς ἄνθρωπος δὲν μένει χωρὶς κάποιο θεϊκὸ δῶρο. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε χαρίσματα. Καὶ τὸ κάθε χάρισμα μᾶς τὸ δίνει ὁ ἅγιος Θεὸς μὲ σκοπὸ νὰ τὸ χρησιμοποιήσουμε γιὰ τὴ δική μας σωτηρία καὶ τὴν ὠφέλεια τοῦ πλησίον.
2. Ἄδικη ἢ δίκαιη κατανομή;
    Βέβαια ὁ Θεὸς δὲν δίνει σὲ ὅλους οὔτε τὸν ἴδιο ἀριθμό, οὔτε τὸ ἴδιο εἶδος ἀπὸ τάλαντα. Ἐκεῖνος ὡς παντογνώστης γνωρίζει τὴ δύναμη καὶ τὴν ἱκανότητα τοῦ καθενός, Ἐκεῖνος γνωρίζει καὶ τὶς ἀνάγκες μας καὶ δίνει «ἑκάστῳ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν». Στὴν παραβολὴ διαβάζουμε ὅτι στὸν ἕνα δοῦλο ἔδωσε πέντε τάλαντα, στὸν ἄλλο δύο, στὸν ἄλλο ἕνα.
    Διαφορετικοὶ ἄνθρωποι, διαφορετικὰ χαρίσματα. Χαρίσματα τὰ ὁποῖα διανέμει ὁ Θεὸς κατὰ τὴ δική Του ἀλάνθαστη κρίση καὶ ἄπειρη σοφία ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἀντοχὴ τοῦ καθενός, ὥστε κανεὶς νὰ μὴν ἔχει παράπονο, κανεὶς νὰ μὴν αἰσθάνεται ὅτι ὑστερεῖ καὶ νὰ νιώθει μειονεκτικά. Ἄλλωστε ἡ κοινωνία προκειμένου νὰ ἀπαρτίζει ἕνα ἁρμονικὸ σύνολο, χρειάζεται τὸν κάθε ἄνθρωπο μὲ τὰ ἰδιαίτερα χαρίσματά του. Μποροῦμε νὰ σκεφθοῦμε τὸ σῶμα νὰ ἀποτελεῖται μόνο ἀπὸ χέρια ἢ μόνο ἀπὸ μάτια;
    Ἂς μὴν παραπονιόμαστε λοιπὸν γιὰ τὴν δῆθεν ἄνιση κατανομὴ κι ἂς μὴ ζηλεύουμε τοὺς ἄλλους γιὰ τὰ χαρίσματά τους. Μιὰ τέτοια ζηλότυπη στάση μόνο δυστυχία μπορεῖ νὰ προκαλέσει στὴ ζωή μας. Ἀντίθετα, ἂν ­ἀνακαλύψουμε ὁ καθένας τὰ δικά του χαρίσματα καὶ ἐρ­γαστοῦμε γιὰ τὴν ἀξιοποίησή τους, τότε κι ἐμεῖς προσωπικὰ θὰ χαιρόμαστε, ἀλ­λὰ καὶ στὸν πλησίον μας θὰ εἴμαστε εὐ­εργετικοί.
3. Θὰ δώσουμε λόγο
   Ὅπως ἀναφέρεται στὴν παραβολή, ὕ­­­­στερα ἀπὸ πολὺ καιρὸ ἐπέστρεψε ὁ ἄρ­­­χοντας αὐτὸς καὶ ζήτησε ἀπὸ τοὺς δούλους του νὰ τοῦ ἀποδώσουν λογαριασμὸ γιὰ τὸ πῶς ἀξιοποίησαν τὰ τάλαντα ποὺ τοὺς εἶχε ἐμπιστευθεῖ.
    Εἶναι πολὺ σημαντικὸ καὶ δὲν πρέπει κι ἐμεῖς νὰ ξεχνοῦμε ὅτι κάποτε ὅλοι θὰ κληθοῦμε νὰ δώσουμε λόγο γιὰ τὸ πῶς περάσαμε τὸ χρόνο τῆς ζωῆς μας. Πολλοὶ νομίζουν ὅτι ἡ ζωὴ τοὺς ἀνήκει καὶ δὲν ἔχουν νὰ δώσουν λόγο σὲ κανέναν... Πό­σο λάθος κάνουν! Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι δική μας! Εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐπίσης δῶρο δικό Του εἶναι καὶ ἡ ἐλευθερία μας. Εἶναι τάλαντα. Γιὰ τὰ θαυμαστὰ αὐτὰ θεϊκὰ δῶρα θὰ δώσουμε λόγο. Θὰ ἔλθει ἡ ἡμέρα τῆς Τελικῆς Κρίσεως καὶ τότε θὰ ἀπολογηθοῦμε γιὰ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἀξιοποιήσαμε ὅλα τὰ χαρίσματα ποὺ μᾶς ἔδωσε ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ.
4. Ἡ τιμωρία τῆς ὀκνηρίας
    Ὁ ἄρχοντας τῆς παραβολῆς ἐπιβράβευσε τοὺς δούλους ποὺ ἐργάστηκαν καὶ πολλαπλασίασαν τὰ τάλαντά τους. Τιμώρησε ὅμως αὐστηρὰ τὸν δοῦλο ποὺ ἔφερε πίσω τὸ ἕνα τάλαντο ποὺ εἶχε λάβει.
    Κάνει ἐντύπωση αὐτὴ ἡ αὐστηρὴ τιμωρία. Ὁ δοῦλος αὐτὸς δὲν ἔχασε τὸ τάλαντο τοῦ κυρίου του οὔτε τὸ σπατάλησε. Τοῦ τὸ ἔφερε πίσω ἀκέραιο. Δὲν ἔκανε λοιπὸν κάτι κακό‧ οὔτε ὅμως ἔκανε καὶ κάποιο καλό· καὶ γι’ αὐτὸ τιμωρεῖται. Μποροῦσε νὰ ἐργαστεῖ, καὶ δὲν ἐργάστηκε. Γιὰ τὴν ἀδράνεια καὶ τὴν ὀκνηρία του αὐτὴ εἶναι ἄξιος καταδίκης. Ἔτσι ὁ Κύριος ἐπαινεῖ μὲν τὴν προθυμία καὶ ἀμείβει τὴν ἐπιμέλεια καὶ τὴν ἐργατικότητα τῶν δύο δούλων, τιμωρεῖ ὅμως παραδειγματικὰ τὴ ραθυμία καὶ τὴν ἀδιαφορία τοῦ ἄλλου δούλου.
    ΄Ἂς διδαχθοῦμε κι ἐμεῖς ἀπὸ τὴ διδακτικὴ αὐτὴ παραβολὴ κι ἂς ἐργαστοῦμε φιλότιμα γιὰ νὰ καλλιεργήσουμε τὰ τά­λαντα ποὺ μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός, ὥστε νὰ ἔχουμε «καλὴν ἀπολογίαν» στὸ φοβερὸ βῆμα τῆς παγκοσμίου Κρίσεως.

Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2016

Η αγία Γραφή για τη μετά θάνατον ζωή των ψυχών

 



Η αγία Γραφή για τη μετά θάνατον ζωή των ψυχών
Επιμέλεια: Θεόδ. Ι. Ρηγινιώτης
Ζουν οι ψυχές των ανθρώπων μετά το θάνατο; Ή μήπως (όπως διδάσκουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά & άλλοι προτεστάντες) οι νεκροί βρίσκονται σε κατάσταση ανυπαρξίας ή «λήθαργου», κατά την οποία δεν έχουν συνείδηση, σκέψεις κ.τ.λ. και από την οποία θα «ξυπνήσουν» για πρώτη φορά όταν θα γίνει η ανάσταση των νεκρών;
Η καθημερινή εμπειρία των χριστιανών όλων των εποχών (αλλά και ανθρώπων από άλλες θρησκείες, ακόμη και «άθεων») περιέχει αμέτρητες καταγεγραμμένες μαρτυρίες ότι οι άνθρωποι διαθέτουν ψυχή που δεν πεθαίνει ποτέ, αλλά αμέσως μετά τη στιγμή του σωματικού θανάτου συνεχίζει να ζει, ασώματη, στον πνευματικό κόσμο, τον κόσμο των ψυχών. Αυτές βέβαια τις μαρτυρίες τις απορρίπτουν –αυθαίρετα– ως ψεύδη, μύθους, φαντασίες κ.τ.λ. όσοι θέλουν, για τους δικούς τους ιδεολογικούς λόγους, να αρνηθούν τη ζωή μετά το θάνατο (μια ενδελεχή μελέτη του φαινομένου των εμπειριών από τον κόσμο των πνευμάτων σε διάφορες θρησκείες και στο σύγχρονο κόσμο και προσεκτική εξέταση της αξιοπιστίας τους βλ. στο βιβλίο του π. Σεραφείμ Ρόουζ «Η ψυχή μετά το θάνατο – Οι μεταθανάτιες εμπειρίες στο φως της ορθόδοξης διδασκαλίας», εκδ. Μυριόβιβλιος).
Οι εμπειρίες αυτές δεν έχουν σχέση με τα τεχνάσματα των μέντιουμ, γι' αυτό και δε συγγενεύουν καθόλου με την απατηλή "εμφάνιση" της ψυχής του προφήτη Σαμουήλ στο βασιλιά Σαούλ, που δήθεν κατόρθωσε μια ειδωλολάτρισσα μάγισσα στο βιβλίο Α΄ Βασιλειών 28, 7-20. Ο πνευματισμός είναι γνωστός και απορριπτέος στην Ορθοδοξία, ενώ οι πνευματικές εμπειρίες εξετάζονται προσεχτικά ώστε να διακρίνονται και να απορρίπτονται οι απατηλές.
Οι προτεστάντες κατηγορούν την Ορθόδοξη Εκκλησία ότι διδάσκει την «αθανασία της ψυχής». Χρησιμοποιούν αυτό τον όρο θέλοντας έτσι να υποστηρίξουν πως οι άγιοι διδάσκαλοι του χριστιανισμού, από τους πρώτους κιόλας αιώνες, νόθευσαν τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής με ιδέες που πήραν από τον Πλάτωνα. Ωστόσο, τους Πατέρες της Εκκλησίας από τον Πλάτωνα τους χωρίζει χάος. Μεταξύ άλλων, ο Πλάτωνας πιστεύει στον κόσμο των Ιδεών και τη μετενσάρκωση και περιφρονεί το σώμα, αντίθετα με τους αγίους Πατέρες. Η Εκκλησία εξάλλου διδάσκει ότι αθάνατος εκ φύσεως είναι μόνον ο Θεός (όπως και άγιος εκ φύσεως). Οι ψυχές, όπως και οι άγγελοι, είναι δημιουργήματα και, συνεπώς, είναι εκ φύσεως θνητά. Λαμβάνουν αθανασία λόγω της θείας χάριτος, που τους παρέχει ο μόνος αθάνατος και δημιουργός Θεός. Το ίδιο θα συμβεί και με τα ανθρώπινα σώματα μετά την ανάσταση των νεκρών.
Η κατά των αγίων Πατέρων κατηγορία ότι πλατωνίζουν είναι ανάλογη με την κατηγορία άλλων ότι η Αγία Γραφή υιοθέτησε ιδέες και μύθους ειδωλολατρικών θρησκειών, όπως οι αναφορές στον Άδη ως τόπο των νεκρών (μια πρώτη μαρτυρία για τη ζωή των ψυχών, απλωμένη σε ολόκληρη τη Βίβλο), οι νόμοι του Χαμουραμπί, η ιστορία του Σαργών (σώθηκε ως βρέφος μέσα σ’ ένα καλάθι στο ποτάμι) κ.π.ά. – αλλά και με την κατηγορία κατά των χριστιανών ότι αντέγραψαν από ιδέες από τους Εσσαίους και από τις εθνικές θρησκείες, όπως το μύθο περί πάσχοντος και ανισταμένου θεού, το βάπτισμα, τη θεία μετάληψη κ.λ.π., ή ακόμη και την πίστη στην Αγία Τριάδα, την τιμή προς το σταυρό κ.λ.π.
Εξυπακούεται ότι, αν δεχτούμε αυτές τις απόψεις, δε μπορούμε να είμαστε πλέον χριστιανοί, γιατί η αποδοχή τους σημαίνει ότι η Αγία Γραφή δεν γράφτηκε κατά θεία αποκάλυψη, αλλά είναι προϊόν του ανθρώπινου νου και πολιτισμού.
Είναι άλλωστε σαφές ότι ο ευαγγελιστής Ιωάννης μετέφερε τον όρο Λόγος από την ελληνική φιλοσοφία στην Αγία Γραφή, αποδίδοντας στον Υιό του Θεού το όνομα της δύναμης που δημιούργησε και συντηρεί τον κόσμο κατά τους προσωκρατικούς. Μήπως και ο ίδιος νόθευσε τη θεία αποκάλυψη; Οι ιουδαιοχριστιανοί κατηγορούσαν τον Παύλο, επίσης, για νόθευση της χριστιανικής διδασκαλίας, για τους γνωστούς λόγους. Μήπως είχαν δίκιο; Μήπως και η ίδια η αποστολική σύνοδος νόθευσε την πίστη, θεσπίζοντας – σε αντίθεση με την έως τότε Αγία Γραφή – να μην τηρείται ο ιουδαϊκός νόμος, πέρα από τέσσερις διατάξεις; Και οι απόστολοι αποστάτησαν;
Η Αγία Γραφή όμως τι άποψη έχει για το θέμα της μετά θάνατον ζωής της ψυχής;
Ο ιερός Εκκλησιαστής
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά προβάλλουν το εδάφιο Εκκλησιαστής 3, 18-21, για να τεκμηριώσουν τη διδασκαλία τους ότι στον άνθρωπο δεν υπάρχει ψυχή, που να μένει ζωντανή μετά το θάνατο του σώματος. Ο ιερός Εκκλησιαστής όμως, αν και γράφει με τη σοφία που του δόθηκε από το Θεό, δεν αναφέρεται πουθενά ότι γράφει «πλήρης Πνεύματος Αγίου», ούτε, πολύ περισσότερο, ότι ο Θεός μιλάει με το στόμα του, όπως μιλάει με το στόμα των προφητών. Γράφει ως άνθρωπος και μιλάει έτσι, γιατί είναι θλιμμένος και απογοητευμένος: «είπα μέσα στην καρδιά μου για την κατάσταση των υιών των ανθρώπων» (στίχ. 18). Γι’ αυτό το λόγο δεν πρέπει να ερμηνεύσουμε κατά γράμμα όσα αναφέρει για τους νεκρούς. Αυτό γίνεται φανερό και από τα εξής:
α) Η επωδός «Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης» δε μπορεί να ερμηνευθεί κατά γράμμα, γιατί τότε θα πρέπει να θεωρήσουμε «ματαιότητα» και το να λατρεύουμε το Θεό και να κάνουμε το θέλημά Του.
β) Ο Εκκλησιαστής μιλάει σα να μην πρόκειται να υπάρξει ποτέ ανάσταση νεκρών. Μήπως δε γνώριζε ότι θα γίνει ανάσταση; Αν πάντως το γνώριζε, και αν το είχε λάβει υπόψιν στο κείμενό του,δε θα σύγκρινε τους ανθρώπους με τα ζώα. Οι άνθρωποι δεν είναι ζώα – εκτός αν και τα ζώα πρόκειται ν’ αναστηθούν! Ας έχουμε υπόψιν ότι δεν είχε γίνει ακόμη η ενανθρώπιση του Χριστού και ο θάνατος δεν είχε νικηθεί ακόμη. Ο Εκκλησιαστής μιλάει με απελπισία για το θάνατο, γιατί βρίσκεται ακόμη στην Παλαιά Διαθήκη.
γ) Στον αμέσως επόμενο στίχ. 22, γράφει το εξής εκπληκτικό: «δεν υπάρχει λοιπόν για τον άνθρωπο τίποτα καλύτερο, από το να ευφραίνεται για τα έργα του, γιατί αυτή είναι η μερίδα του…»! Ο λόγος αυτός σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει δεκτός από έναν χριστιανό – το να ευφραίνεται για τα έργα του παραπέμπει στην παραβολή του άφρονα πλούσιου (Λουκ. 12, 13-21). Για το χριστιανό αυτό είναι η μεγαλύτερη «ματαιότητα», ενώ το καλύτερο είναι να ευφραίνεται για τη σχέση του με το Θεό και να προετοιμάζεται για τη βασιλεία Του.
δ) Ακόμη και η περίφημη κατακλείδα του βιβλίου, όπου μιλάει για την πίστη και τη λατρεία του Θεού, δεν περιέχει κανένα θεολογικό νόημα ούτε και αναιρεί την τρομερή απαισιοδοξία του. Δεν αναφέρει καν τη βασιλεία του Θεού ή έστω την αγάπη προς Αυτόν ως λόγο για να κάνουμε το θέλημά Του.
[Για μια αναλυτική παρουσίαση του συγκεκριμένου χωρίου του Εκκλησιαστή, αλλά και του 12, 7, όπου διδάσκεται η επιστροφή του ανθρώπινου πνεύματος στο Θεό, βλ. το σχετικό άρθροhttp://www.oodegr.com/oode/dogma/psyxika/ekklisiastis1.htm].
Με το ίδιο πνεύμα κατανοούνται σωστά και άλλες παρόμοιες αναφορές της Παλαιάς Διαθήκης, όπως το Ησαΐα 13, 18: «ου γαρ οι εν άδου αινέσουσί σε, ουδέ οι αποθανόντες ευλογήσουσί σε, ουδέ ελπιούσιν οι εν άδου την ελεημοσύνην σου» (λόγια του βασιλιά Εζεκία, καθώς ήταν συντετριμμένος για την αμαρτία του).
Ο Άδης ως τόπος
Ας επισημάνουμε εδώ ότι η Βίβλος αναφέρει πάντα στον Άδη ως τόπο, στον οποίο βρίσκονται οι νεκροί. Αυτό φανερώνει ότι οι ιεροί συγγραφείς θεωρούσαν αυτονόητο ότι οι ψυχές ζουν. Μήπως πρόκειται για συμβολικές αναφορές; Μια τέτοια ερμηνεία, αφενός, προσκρούει σε στίχους όπως «εάν αναβώ εις τον ουρανόν, συ εκεί ει, εάν καταβώ εις τον άδην, πάρει» (Ψλμ. 138 [Μασοριτικό: 139], 8). Ο ουρανός είναι ένας πραγματικός τόπος (η κατοικία του Θεού και των αγγέλων). Συνεπώς, το ίδιο ισχύει και για τον Άδης, γιατί δεν έχει νόημα να αντιστοιχίζεται ένας πραγματικός τόπος με έναν φανταστικό. Η συμβολική ερμηνεία των βιβλικών αναφορών στον άδη, αφετέρου, ενέχει και έναν άλλο κίνδυνο: να ερμηνεύουμε αλληγορικά κάθε σημείο της Βίβλου που φαίνεται αντίθετο με τις πεποιθήσεις μας.
Ειλικρινά, δε βλέπω το λόγο να θεωρήσουμε συμβολισμούς όλες τις σαφείς αναφορές της Αγ. Γραφής στον Άδη ως τόπο των νεκρών. Ο Ιακώβ π.χ. δε μιλάει συμβολικά όταν θρηνεί τον νομιζόμενο νεκρό Ιωσήφ λέγοντας «καταβήσομαι προς τον υιόν μου πενθών εις άδου» (Γέν. 37, 35). Μιλάει όπως θα μιλούσε κάθε χριστιανός που θρηνεί το νεκρό παιδί του.
«Και ανοίξασα η γη το στόμα αυτής καταπίεται αυτούς και τους οίκους αυτών και τας σκηνάς αυτών και πάντα, όσα εστίν αυτοίς, και καταβήσονται ζώντες εις άδου…» (Αριθμοί, 16, 30): άρα ο Άδης είναι συγκεκριμένος τόπος, στον οποίο μπορούν να μεταβούν και σώματα.
Ψαλμ. 15 (Μ: 16), 10: «ότι ουκ εγκαταλείψεις την ψυχήν μου εις άδην, ουδέ δώσεις τον όσιόν σου ιδείν διαφθοράν» – και πλήθος άλλων.
Υπάρχουν επιπλέον πολλά σημεία στην Αγία Γραφή (ιδιαίτερα στην Καινή Διαθήκη), όπου φαίνεται καθαρά ότι ο Ιησούς και οι συγγραφείς των θεόπνευστων βιβλίων θεωρούν τη μετά θάνατον ζωή των ψυχών τόσο αυτονόητη, όσο τη θεωρούσε και η γιαγιά μας και όλοι οι παραδοσιακοί χριστιανοί όλων των γενεών (που συχνά στην εποχή μας, υπεροπτικά, τους περιφρονούμε ως «πρωτόγονους» ή/και «αγράμματους»).
Ας δούμε μερικά από αυτά τα σημεία.
Ο Αβραάμ, ο Μωυσής και ο Θεός των ζώντων
1. Κατά τη μεταμόρφωση του Κυρίου στο όρος Θαβώρ (Ματθ. 17, 1-13, Μάρκ. 9, 2-13, Λουκ. 9, 28-36) εμφανίστηκαν δίπλα του οι προφήτες Μωυσής και Ηλίας. Ο προφήτης Ηλίας, ως γνωστόν, δεν πέθανε, αλλά «αναλήφθηκε στον ουρανό μέσα σε άρμα πυρός» σύμφωνα με τη διήγηση της Παλαιάς Διαθήκης, στο βιβλίο Δ΄ Βασιλειών, 2, 11 (δηλ. εντός του ακτίστου Φωτός, κατά τους αγίους της αρχαίας Εκκλησίας και της ορθόδοξης συνέχειάς της). Ήρθε επομένως στο Θαβώρ από κάποιο τόπο, όπου βρίσκεται ζωντανός. Ο Μωυσής δίπλα του όμως προφανώς ήρθε από τον τόπο των ψυχών.
Οι αρνούμενοι τη ζωή των ψυχών μετά θάνατον ισχυρίζονται ότι δεν υπήρχε πραγματική παρουσία των δύο ανδρών στη μεταμόρφωση, ακριβώς γιατί ο Ιησούς χαρακτηρίζει «όραμα» την εμπειρία των τριών μαθητών του (Ματθ. 17, 9). Όμως δεν επρόκειτο για μια οπτασία χωρίς πραγματικό περιεχόμενο, γιατί οι δύο άντρες «συζητούσαν» με τον Ιησού για το επικείμενο πάθος του (Λουκ. 9, 31) – και μάλιστα εμφανίστηκαν ενώ οι μαθητές αρχικά δεν τους έβλεπαν, αλλά «ήσαν βεβαρυμένοι ύπνω» (στίχ. 32). Άρα ήταν πράγματι παρόντες.
Εκτός αυτού όμως, η λέξη «όραμα» στην Αγία Γραφή δε σημαίνει μόνο μια συμβολική οπτασία, αλλά και μια οπτασία ρεαλιστική και πραγματική (π.χ. Πράξεις 9, 10. 10, 3. 18, 9).
Αυτό και μόνον το γεγονός, κατά τη γνώμη μου, αρκεί για να αποδείξει, τουλάχιστον σε κάποιον που θεωρεί έγκυρη την Αγία Γραφή, ότι οι ψυχές των ανθρώπων ζουν μετά το θάνατο του σώματος.
2. Στο ευαγγέλιο κατά Ιωάννην, 8, 56, ο Κύριος λέει προς τους ακροατές Του: «Αβραάμ ο πατήρ υμών ηγαλλιάσατο ίνα ίδη την ημέραν την εμήν, και είδε και εχάρη» (ο Αβραάμ, ο πατέρας σας, προσδοκούσε να δει την ημέρα μου και την είδε και χάρηκε). Η «ημέρα του Κυρίου» είναι μια έκφραση που χρησιμοποιεί στην Παλαιά διαθήκη ο Ίδιος ο Θεός εννοώντας είτε τον ερχομό του Χριστού είτε τη Δευτέρα Παρουσία Του (π.χ. Αμώς 5, 18 και 20, Ιωήλ 2, 1 και 11, Ιωήλ 3, 14, Ησ. 2, 12, Ιεζ. 30, 3 κ.λ.π.). Με τη δεύτερη έννοια χρησιμοποιείται ο όρος στην Καινή Διαθήκη (π.χ. Β΄ Πέτρ. 3, 10), όπου γίνεται και «ημέρα του Κυρίου Ιησού», «ημέρα του Υιού του ανθρώπου» ή και «ημέρα του Χριστού» (π.χ. Λουκ. 17, 24, Ιω. 8, 56, Α΄ Κορ. 1, 8 και 5, 5, Β΄ Κορ. 1, 14, Β΄ Θεσσ. 1, 2, Φιλιππ. 1, 10). Εδώ φυσικά προφανώς εννοείται η γέννηση του Χριστού, την οποία, όπως ο Ίδιος λέει, «είδε» ο Αβραάμ και χάρηκε. Πώς την είδε, αφού ήταν ήδη νεκρός περισσότερο από δύο χιλιετίες; Την είδε η ψυχή του.
3. Στο Ματθ. 22, 31-32, ο Κύριος λέει: «περί δε της αναστάσεως των νεκρών ουκ ανέγνωτε το ρηθέν υπό του Θεού λέγοντος, εγώ ειμί ο Θεός Αβραάμ και ο Θεός Ισαάκ και ο Θεός Ιακώβ; ουκ έστιν ο Θεός Θεός νεκρών, αλλά ζώντων» (σχετικά με την ανάσταση των νεκρών, δε διαβάσατε το λόγο του Θεού που είπε: «Εγώ είμαι ο Θεός Αβραάμ και ο Θεός Ισαάκ και ο Θεός Ιακώβ»; Ο Θεός δεν είναι Θεός νεκρών, αλλά ζώντων).
Τα λόγια αυτά έχουν νόημα μόνον αν οι τρεις αναφερόμενοι άγιοι άνδρες ήταν ζωντανοί την ίδια ώρα που μιλούσε ο Κύριος. Διότι, αν ήταν νεκροί, έστω και προσωρινά (μέχρι την ανάσταση), αν έστω κι ένας άνθρωπος έχει υπάρξει νεκρός έστω και για μια στιγμή, τότε ο Θεός δεν είναι μόνο Θεός ζώντων, αλλά και νεκρών! Εφόσον φυσικά δεχόμαστε ότι είναι ο Θεός των πάντων.
Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε και την εμφάνιση δύο αγίων προσώπων της Παλαιάς Διαθήκης, κεκοιμημένων από χρόνια, στο όνειρο του Ιούδα του Μακκαβαίου, στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης Β΄ Μακκαβαίων, κεφ. 15, 11-17: του αρχιερέα Ονία και του προφήτη Ιερεμία, που εμφανίστηκαν να προσεύχονται υπέρ του λαού του Θεού και μάλιστα ο Ιερεμίας έδωσε μια χρυσή ρομφαία (συμβολικά, την ευλογία του Θεού) στον Ιούδα το Μακκαβαίο για να νικήσει τους καταπιεστές του λαού και καταστροφείς της λατρείας του αληθινού Θεού.
Όμως αυτή η εμφάνιση για τους ορθόδοξους σημαίνει πολλά, αλλά για τους προτεστάντες προφανώς δε σημαίνει τίποτα, γιατί το Β΄ Μακκ. περιλαμβάνεται στα 10 βιβλία που έχουν αφαιρέσει από την Παλαιά Διαθήκη, όταν απέρριψαν το κείμενο των Ο΄ (=Εβδομήκοντα), δηλ. την ελληνική Παλ. Διαθήκη (αυτή που χρησιμοποιεί η Καινή Διαθήκη και οι χριστιανοί γενικά μέχρι το Λούθηρο) και υιοθέτησαν το μασοριτικό, δηλ. το εβραϊκό κείμενο της Παλ. Διαθήκης. Τα βιβλία αυτά έχουν γραφτεί εξαρχής στα ελληνικά, γι’ αυτό και δεν περιλαμβάνονταν στην εβραϊκή Βίβλο, με συνέπεια να μην περιλαμβάνονται και στην προτεσταντική βίβλο, αυτή που χρησιμοποιούν και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά (ως προτεστάντες) και όλα τα λοιπά παρακλάδια του προτεσταντισμού.
4. Με βάση τα παραπάνω, κατανοούμε ορθά και το Ιω. 11, 26, «ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται· και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα» (εκείνος που πιστεύει σε μένα, και αν πεθάνει, θα ζήσει· και κάθε ζωντανός που πιστεύει σε μένα δεν θα πεθάνει ποτέ), καθώς και το Ιω. 5, 24, όπου ο Κύριος λέει: «αμήν αμήν λέω υμίν ότι ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωή» (αλήθεια σας λέω, ότι, όποιος ακούει το λόγο μου και πιστεύει σ’ Εκείνον που με έστειλε, έχει ζωή αιώνια και δεν έρχεται σε κρίση [=δίκη], αλλά προχώρησε από το θάνατο στη ζωή)! Εφόσον έχει «αιώνια ζωή», επομένως δεν μεσολαβεί θάνατος, παρά μόνον ως στιγμιαίο γεγονός. Δηλαδή από τη στιγμή του θανάτου ήδη «προχώρησε» από το θάνατο στη ζωή –σ’ αυτά τα λόγια δεν απομένει «κενό διάστημα» ανάμεσα στο θάνατο και την αιώνια ζωή.
Η πρόσκληση προς τους νεκρούς
5. Στο ίδιο Ιω. 5, 28, διαβάζουμε: «μη θαυμάζετε τούτο· ότι έρχεται ώρα εν ή πάντες οι εν τοις μνημείοις ακούσονται της φωνής αυτού [του Χριστού], και εκπορεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως» (μην απορείτε, γιατί έρχεται ώρα, που όλοι όσοι βρίσκονται στους τάφους θα ακούσουν τη φωνή Του και θα προχωρήσουν εκείνοι που έκαναν τα καλά σε ανάσταση ζωής και εκείνοι που διέπραξαν τα φαύλα σε ανάσταση κρίσης).
Από τα λόγια αυτά συμπεραίνουμε τα εξής: α) ενώ οι άνθρωποι θα είναι ακόμη νεκροί («εν τοις μνημείοις» = μέσα στους τάφους) θα ακούσουν το κάλεσμα του Υιού του Θεού και θα αναστηθούν – επομένως οι ψυχές είναι ζωντανές, αφού μπορούν να ακούσουν το κάλεσμα· β) όλοι θα αναστηθούν, οι μεν για την αιώνια ζωή, οι δε για την «κόλαση», στους οποίους θα τους οδηγήσουν τα φαύλα, που διέπραξαν. Το τελευταίο μας χρειάζεται παρακάτω. Το ότι όλοι θα αναστηθούν, και όχι μόνον οι σωσμένοι (όπως νομίζουν οι ΜτΙ), φαίνεται και από άλλα σημεία, όπου αναφέρεται καθαρά ότι «όλα τα έθνη» θα συγκεντρωθούν μπροστά στον Ιησού κατά τη Δευτέρα Παρουσία Του και θα μιλήσει και στους σωσμένους και στους «καταδικασμένους» (Ματθ. 25, 31-46). (Θέτω το «κόλαση» και το «καταδικασμένους» σε εισαγωγικά, γιατί, ως γνωστόν, δεν πρόκειται για τιμωρία από το Θεό, αλλά από την αιώνια κατάσταση στην οποία έφεραν οι ίδιοι οι αμετανόητοι αμαρτωλοί τον εαυτό τους –όπου εύχομαι να μην περιλαμβανόμαστε κι εμείς). Επομένως, όταν λέει λίγο πριν, στο Ιω. 5 25, «και οι ακούσαντες ζήσονται» (και αυτοί που άκουσαν θα ζήσουν) εννοεί όλους τους ανθρώπους (αφού άλλωστε έχει πει ότι «οι νεκροί» θα ακούσουν τη φωνή Του, άρα όλοι, όχι μόνον «κάποιοι νεκροί» ή έστω «πολλοί νεκροί») και όχι μόνον κάποιους ανθρώπους.
Μια αντίρρηση σ’ αυτά θα μπορούσε να λέει ότι ο Κύριος μιλάει με ανθρωπομορφικούς συμβολισμούς, όταν λέει ότι «θα ακούσουν τη φωνή Του» (όπως ο άγιος προφήτης Ιεζεκιήλ, στο κεφ. 37, που, με εντολή του Θεού, «διατάζει» τα ξηρά οστά να αποκτήσουν σάρκες και πνεύμα και να ζωντανέψουν). Άλλωστε οι ψυχές σαφώς δεν βρίσκονται μέσα στους τάφους.
Το τελευταίο είναι σωστό, στους τάφους βρίσκονται μόνο τα σώματα. Όμως, εφόσον πρώτα θα ακούσουν τη φωνή του Κυρίου και έπειτα, «αυτοί που άκουσαν», θα ζήσουν, επομένως όταν θα ακούσουν θα είναι ακόμη νεκροί. Άρα ο τάφος είναι το σύμβολο της κατάστασης του νεκρού. Εκεί βρίσκονται τα λείψανα των σωμάτων και συνεπώς από εκεί θα βγουν οι αναστημένοι άνθρωποι.
Για το συμβολισμό της πρόσκλησης όμως, πρέπει να επισημάνουμε ότι ο Κύριος ανέστησε την κόρη του Ιάειρου, το γιο της χήρας στη Ναΐν και τον άγιο Λάζαρο ακριβώς με αυτό τον τρόπο: τους κάλεσε, όπως λέει ότι θα καλέσει τους νεκρούς (βλ. Μάρκ. 5, 41, Λουκ. 7, 14, Ιω. 11, 43). Και δε νομίζω πως είναι σωστό να πούμε ότι το έκανε απλώς επειδή «κάπως έπρεπε να το κάνει» ή, πολύ περισσότερο, για να εντυπωσιάσει τους θεατές Του με μια «θεατρική» κίνηση. Η απλοϊκή αυτή ερμηνεία είναι φανερό πως δεν ταιριάζει στον Ιησού.
Άλλωστε και ο απόστολος Παύλος, στην Α΄ Θεσσαλ. 4, 16, γράφει ότι ο Κύριος θα κατεβεί από τον ουρανό «εν κελεύσματι» (=με πρόσταγμα), «εν φωνή αρχαγγέλου και εν σάλπιγγι Θεού» και θα ακολουθήσει η ανάσταση των νεκρών. Η δε προφητική εμπειρία του Ιεζεκιήλ η «διαταγή» προς τους νεκρούς δεν ήταν σχήμα λόγου, αλλά προτύπωση της πράξης που θα κάνει ο Κύριος, όπως αναφέρεται ξεκάθαρα στους στίχους Ιεζ. 37, 11-14 (σημειωτέον δε ότι ο Κύριος που μιλάει στον Ιεζεκιήλ λέει ότι θα κάνει αυτό που ο Ιησούς λέει ότι θα κάνει Αυτός, άρα ο Κύριος του Ιεζεκιήλ, όπως ξέρουν οι ορθόδοξοι, δεν είναι ο Πατήρ, αλλά ο Υιός).
Επί τη ευκαιρία, γιατί τα σώματα των νεκρών στον Ιεζεκιήλ, αφού αποκαταστάθηκαν, χρειάζονταν και «πνεύμα» για να ζωντανέψουν, αν «δεν υπάρχει ιδιαίτερο πνευματικό τμήμα στον άνθρωπο», όπως νομίζουν οι ΜτΙ;
Επειδή η ψυχή πάντοτε ζει, γι’ αυτό το λόγο υποθέτω ότι ο Κύριος είπε για την κόρη του Ιάειρου ότι «δεν πέθανε, αλλά κοιμάται» και για τον άγιο Λάζαρο ότι «κοιμήθηκε» (Μάρκ. 5, 39, Ιω. 11, 11): ο άνθρωπος, όταν κοιμάται, δεν έχει τις αισθήσεις του σε επιφυλακή ούτε συναισθάνεται την ύπαρξή του, όμως ο νους του είναι παρών, ξύπνιος, βρίσκεται «μέσα του» και εξακολουθεί να λειτουργεί. Αν ο νεκρός χάνεται εντελώς μέχρι την ανάσταση, δεν έχει νόημα να τον χαρακτηρίσουμε «κεκοιμημένο».
Το «βραβείον» του αποστόλου Παύλου
6. Στην προς Φιλιππησίους επιστολή, 1, 23, ο άγιος απόστολος Παύλος αναφέρει ότι επιθυμεί σφόδρα «αναλύσαι και συν Χριστώ είναι» (να διαλυθώ [=να πεθάνω] και να βρίσκομαι κοντά στο Χριστώ). Η εκπληκτική αυτή μαρτυρία αποδεικνύει πέρα από κάθε αμφισβήτηση ότι, για τον άγιο απόστολο, αμέσως μετά το θάνατο, ακολουθεί η συνύπαρξη με το Χριστό. Αν πίστευε ότι θα παρέμενε νεκρός μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία, δε θα μπορούσε να ποθεί τόσο έντονα να πεθάνει για είναι μετά το θάνατό του μαζί με το Χριστό, αφού ήταν μαζί Του ενώ ζούσε (βλ. στο ίδιο, στίχ. 21).
Για την περίπτωση του Παύλου –σχετικά με το συγκεκριμένο σημείο– οι «ΜτΙ» διδάσκουν ότι ο Παύλος «γνώριζε πως θα περιλαμβανόταν στους 144.000 αγίους της Αποκάλυψης, που τα “αγγελικά τους σώματα” βρίσκονται ήδη στον ουρανό μαζί με το Χριστό», σε αντίθεση με τους υπόλοιπους ανθρώπους, που θα «κοιμούνται» μέχρι την ανάσταση. Προβάλλουν μάλιστα το στίχο του αποστόλου Φιλιππ. 3, 14, «κατά σκοπόν διώκω επί το βραβείον της άνω κλήσεως του Θεού εν Χριστώ Ιησού» (τρέχω με σκοπό το βραβείο της άνω κλήσεως του Θεού εν Χριστώ Ιησού) ως επιχείρημα για το ότι, δήθεν, γνώριζε ποια θα είναι η μετά το θάνατο θέση του (η «άνω κλήσις» στους 144.000 αγίους). Αντίθετα όμως, εδώ φαίνεται ότι προσπαθεί να λάβει αυτό το βραβείο, που τόσο πολύ ποθεί (όχι επειδή είναι υστερόβουλος, αλλά γιατί το «βραβείο» είναι η αιώνια συνύπαρξη με τον αγαπημένο του Ιησού). Ομοίως, λίγο πιο πάνω, στο Φιλιπ. 3, 7-11, φαίνεται καθαρά ότι ο Παύλος δεν ένιωθε καθόλου βέβαιος για τη θέση του κοντά στον Κύριο. Αφού απαριθμεί τις προσπάθειές του να είναι συνεπής χριστιανός, καταλήγει: «εί πως καταντήσω εις την εξανάστασιν των νεκρών» (μήπως και καταλήξω στην ανάσταση των νεκρών).
Δεδομένου ότι όλοι οι νεκροί θα αναστηθούν –όπως είπαμε παραπάνω– εδώ ο απόστολος εννοεί καταφανώς τη σωτηρία του, δηλ. τη συμμετοχή του στην ουράνια δόξα του Χριστού, την οποία κοινώς ονομάζουμε «παράδεισο». Ωστόσο, γεγονός είναι ότι δεν εμφανίζεται να έχει κάποια «πληροφορία» για τη μετά θάνατον κατάληξή του.
Το κήρυγμα του Κυρίου στους νεκρούς
7. Στην Α΄ επιστολή του αγίου αποστόλου Πέτρου, 3, 19-20, αναφέρεται ότι ο Κύριος, κατά το διάστημα του τριήμερου θανάτου Του, «τοις εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξεν, απειθήσασί ποτε, ότε απεξεδέχετο η του Θεού μακροθυμία εν ημέραις Νώε κατασκευαζομένης κιβωτού…» (πήγε και κήρυξε στα πνεύματα στη φυλακή, που είχαν απειθήσει κάποτε, όταν περίμενε η μακροθυμία του Θεού, τις ημέρες του Νώε… κ.τ.λ.).
Οι ΜτΙ ερμηνεύουν αυτό το εδάφιο ως αναφερόμενο στους «υιούς του Θεού», που πόθησαν τις θυγατέρες των ανθρώπων και ενώθηκαν με αυτές (Γένεσις, 6, 1-4), οι οποίοι, κατ’ αυτούς, ήταν άγγελοι που «υλοποιήθηκαν», ζευγάρωσαν με γυναίκες ανθρώπους και γέννησαν τους γίγαντες του Γέν. 6, 4.
Όμως αυτή η ερμηνεία πάσχει σε δύο σημεία:
α) Τι νόημα είχε να πάει ο Κύριος και να κηρύξει σε έκπτωτους αγγέλους; Μήπως επρόκειτο να μετανοήσουν και να σωθούν; Πουθενά δεν φαίνεται κάτι τέτοιο – αντίθετα οι έκπτωτοι άγγελοι θεωρούνται αμετανόητοι. Αντίθετα, το να κηρύξει στους νεκρούς ανθρώπους, που βρίσκονταν «στον Άδη», είχε τεράστιο νόημα: έτσι τους δίνει την ευκαιρία να σωθούν, δηλαδή να κριθούν μαζί με τους μετά Χριστόν ανθρώπους και να ενωθούν με αυτούς στη βασιλεία του Θεού. Αυτή είναι η ευκαιρία των αρχαίων νεκρών, όχι κάποια «προσωρινή» ανάσταση, ανάμεσα στο θάνατο και στην Τελική Κρίση, για «να μάθουν τις εντολές του Θεού» και να «δοκιμαστεί» η πίστη και η ηθική τους, όπως νομίζουν οι ΜτΙ. Σε όλες τις αναφορές της Αγίας Γραφής στην ανάσταση και στην Τελική Κρίση (Ματθ. 25, 31-46, Ιω. 5, 28, Δανιήλ 7, 9-10, Β΄ Θεσσαλ., 1, 6-11, Β΄ Πέτρου, κεφ. 3, κ.λ.π.) δεν φαίνεται να μεσολαβεί κάποιο διάστημα ανάμεσά τους. Άλλωστε «απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις» (επιφυλάσσεται στους ανθρώπους να πεθάνουν μία φορά και, μετά από αυτό, κρίση, Εβρ. 9, 27). Ένας θάνατος υπάρχει, άρα και μία ανάσταση, και οι αναφορές του κεφ. 20 της Αποκάλυψης σε «πρώτη ανάσταση» και «δεύτερο θάνατο» πρέπει να κατανοηθούν πνευματικά, αλλιώς αντιφάσκουν με τα προηγούμενα.
β) Λίγο πιο κάτω, Α΄ Πέτρου 4, 6, αναφέρεται ότι ο Κύριος «και νεκροίς ευηγγελίσθη» (έδωσε το μήνυμα του ευαγγελίου και στους νεκρούς)! Εδώ οι ΜτΙ γράφουν ότι αναφέρεται σε «πνευματικά νεκρούς», δηλ. σε ανθρώπους απομακρυσμένους από το Θεό. Όμως τότε ποιοι είναι οι «ζώντες», αφού πρό Χριστού όλοι οι άνθρωποι ήταν πνευματικά νεκροί. Άλλωστε, αν εδώ διαβάζουν για «πνευματικό θάνατο», γιατί δεν δέχονται και ότι η «πρώτη ανάσταση» της Αποκάλυψης είναι «πνευματική ανάσταση», δηλαδή η ένταξη του ανθρώπου στο «σώμα Χριστού», την Εκκλησία;
Ας αναφέρουμε και ότι η κάθοδος του Χριστού στον Άδη προαναγγέλλεται στην Παλαιά Διαθήκη, όπου ο προφήτης και βασιλιάς Δαβίδ, στον Ψαλμό 23 (στην προτεσταντική Βίβλο –και των ΜτΙ– που ακολουθεί την εβραϊκή αρίθμηση, έχει τον αριθμό 24), στίχ. 7-10, γράφει:
«άρατε πύλας, οι άρχοντες υμών, και επάρθητε, πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης. τίς εστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης; Κύριος κραταιός και δυνατός, Κύριος δυνατός εν πολέμω. άρατε πύλας, οι άρχοντες υμών, και επάρθητε, πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης. τίς εστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης; Κύριος των δυνάμεων, αυτός εστιν ο βασιλεύς της δόξης».
Στα νέα ελληνικά: «Ας ανοίξουν τις πύλες οι άρχοντές σας, σηκωθείτε, αιώνιες πύλες, για να μπει ο βασιλιάς της δόξας. Ποιος είναι αυτός ο βασιλιάς της δόξας; Κύριος ισχυρός και δυνατός, Κύριος δυνατός στον πόλεμο. Ας ανοίξουν τις πύλες οι άρχοντές σας, σηκωθείτε, αιώνιες πύλες, για να μπει ο βασιλιάς της δόξας. Ποιος είναι αυτός ο βασιλιάς της δόξας; Ο Κύριος των δυνάμεων, αυτός είναι ο βασιλιάς της δόξας».
Οι «αιώνιες πύλες», αφού είναι αιώνιες, δε μπορεί να είναι πύλες κάποιας γήινης πόλης. Πρόκειται για τις «πύλες του Άδη», που αναφέρει αρκετές φορές η Παλαιά Διαθήκη (Ησαΐας 38, 10. Σοφία Σολομώντος 16, 13. Γ΄ Μακκαβαίων 5, 51), αλλά και ο Χριστός στο Ματθ. 16, 18. Ως γνωστόν, ο Χριστός αναφέρεται στην Αγία Γραφή ως βασιλιάς (π.χ. Ματθ. 25, 31-34, όπου αναφέρεται ότι στη Δευτέρα Παρουσία θα καθίσει «επί θρόνου δόξης αυτού»), ενώ ο απόστολος Παύλος τον χαρακτηρίζει «Κύριο της δόξης», αναφέροντας μάλιστα ότι είχε ήδη αυτή την ιδιότητα από πριν σταυρωθεί: «γιατί αν γνώριζαν, δε θα σταύρωναν τον Κύριο της δόξας» (Α΄ Κορινθίους 2, 8).
Ο «βασιλεύς της δόξης» λοιπόν, που εισέρχεται στις αιώνιες πύλες, είναι ο Χριστός και εισέρχεται στον Άδη ως κατακτητής και ελευθερωτής. Ας σημειωθεί ότι ο Ψαλμός αυτός είναι ψαλμός «της Μίας των Σαββάτων», δηλ. της πρώτης ημέρας της εβδομάδας, ημέρας κατά την οποία αναστήθηκε ο Κύριος (Ματθ. 28, 1) και που οι χριστιανοί από τα πρώτα κιόλας χρόνια ονομάζουμε Κυριακή (Αποκάλυψη 1, 10).
Α΄ Θεσσαλ. 4, 16-17: Δύο αναστάσεις;
Εδώ πρέπει να αναφέρουμε μία αναφορά, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να υποστηρίξει ότι θα γίνουν «δύο αναστάσεις»: είναι το Α΄ Θεσσαλ. 4, 16β-17: «…και οι νεκροί εν Χριστώ αναστήσονται πρώτον, έπειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι άμα συν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα, και ούτω πάντοτε συν Κυρίω εσόμεθα» (…και οι νεκροί εν Χριστώ θα αναστηθούν πρώτα, έπειτα εμείς οι ζωντανοί, που θα απομένουμε, αμέσως μαζί με αυτούς θα αρπαχτούμε σε σύννεφα, για να συναντήσουμε τον Κύριο στον αέρα, και έτσι θα είμαστε πάντοτε μαζί με τον Κύριο).
Το εδάφιο αυτό μπορεί να σημαίνει: α) πρώτα θα αναστηθούν οι «νεκροί εν Χριστώ», δηλαδή οι χριστιανοί, και έπειτα οι υπόλοιποι άνθρωποι, β) πρώτα θα αναστηθούν οι νεκροί (όλοι) «εν Χριστώ», δηλαδή η ανάστασή των νεκρών θα γίνει «εν Χριστώ», διά της χάριτος, της δυνάμεως και του «κελεύσματος» του Χριστού, και έπειτα όσοι ζωντανοί έχουν απομείνει θα αρπαχτούν μαζί με τους αναστημένους στον αέρα κ.τ.λ. Η εκδοχή β΄ είναι η πιθανότερη – αν όχι η μόνη πιθανή – επειδή ο Παύλος τοποθετεί τον εαυτό του με τους «περιλειπομένους». Ό,τι κι αν σημαίνει όμως, ακόμη κι αν ισχύει η εκδοχή α΄, δεν έπεται ότι θα γίνουν δύο αναστάσεις (αμέσως μετά θα αναστηθούν οι υπόλοιποι). Άλλωστε, αν ίσχυε ο ισχυρισμός ότι, όσοι δεν γνώρισαν το μήνυμα του Χριστού στη ζωή τους, θα το γνωρίσουν μετά την ανάστασή τους και στη συνέχεια θα κριθούν, θα έπρεπε να αναστηθούν πρώτοι οι «άλλοι» και τελευταίοι οι «εν Χριστώ».
Το «νέφος μαρτύρων»
8. Στην προς Εβραίους, 11, 32-40, ο άγιος απόστολος Παύλος, απαριθμεί τα μαρτύρια που υπέστησαν οι έως τότε άγιοι (ιδίως της Παλαιάς Διαθήκης) για την πίστη τους και καταλήγει στο ότι, παρ’ όλα αυτά, «ουκ εκομίσαντο την επαγγελίαν, του Θεού περί ημών κρείττόν τι προβλεψαμένου, ίνα μη χωρίς ημών τελειωθώσι» (δεν έλαβαν αυτό που τους υποσχέθηκε, καθώς ο Θεός πρόβλεψε κάτι καλύτερο για μας, ώστε να μη φτάσουν στην τελειότητα χωρίς εμάς).
Εδώ ένας ΜτΙ θα μπορούσε να πει ότι υπονοείται η ανυπαρξία του ανθρώπου στο διάστημα ανάμεσα στο θάνατο και την ανάσταση. Όμως, αμέσως παρακάτω (11, 1) ο απόστολος λέει: «τουγαρούν και ημείς, τοσούτον έχοντες περικείμενον ημίν νέφος μαρτύρων, όγκον αποθέμενοι πάντα…» (λοιπόν κι εμείς, έχοντας γύρω μας τόσο νέφος μαρτύρων... κ.τ.λ.).
Άραγε με ποια έννοια οι μάρτυρες συνιστούν «νέφος» που «περίκειται ημίν» (μας περικυκλώνει); Αν και θα μπορούσε κάποιος, αυθαίρετα, να θεωρήσει την έκφραση αυτή απλό λογοτεχνικό εύρημα του αποστόλου, ωστόσο η εικόνα στο κείμενο είναι σαφής: οι ψυχές των μαρτύρων «πετούν γύρω μας» σαν σύννεφο (ομίχλης, γιατί αυτό το σύννεφο περικυκλώνει τους ανθρώπους, όχι τα σύννεφα του ουρανού): πυκνές (λόγω του πλήθους τους), «άυλες» και διάφανες, όπως το σύννεφο.
Ο ληστής στο σταυρό και ο «κόλπος του Αβραάμ»
9. Άμεση μαρτυρία για τη ζωή των ψυχών συνιστά αυτονόητα για την αρχαία Εκκλησία και την ορθόδοξη ο λόγος του Κυρίου προς το ληστή πάνω στο σταυρό «αλήθεια σου λέω, σήμερα θα είσαι μαζί μου στον παράδεισο» (Λουκ. 23, 43). Η άποψη των ΜτΙ, ότι ο Κύριος είπε «αλήθεια σου λέω σήμερα, θα είσαι μαζί μου στον παράδεισο», είναι λογικά αστήρικτη· από κάθε άποψη, το «σήμερα» θα ήταν περιττό, πολλώ μάλλον για έναν άνθρωπο καρφωμένο στο σταυρό, που δεν έχει την πολυτέλεια να λέει περιττές λέξεις.
10. Αφήσαμε τελευταία την πασίγνωστη παραβολή του πλούσιου και του Λάζαρου (Λουκ. 16, 19-31). Εκεί οι ψυχές των δύο ανθρώπων συναντιούνται στον Άδη, του μεν πλούσιου σε κατάσταση αιώνιας δίψας, του δε Λάζαρου σε κατάσταση αναψυχής. Ο δεύτερος μάλιστα αναπαύεται «στους κόλπους» (στην αγκαλιά) του Αβραάμ, και ο Αβραάμ συνομιλεί με τον πλούσιο.
Οι περιγραφές αυτές, κατά τους ΜτΙ, δεν σημαίνουν τίποτε απολύτως για την κατάσταση των ανθρώπων μετά το θάνατο. Είναι λογοτεχνικό εύρημα του Ιησού, για να περάσει το φιλανθρωπικό Του μήνυμα.
Φυσικά, δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε. Ο Κύριος εδώ δίνει ένα κίνητρο στους ακροατές Του: αν συμπεριφερθούν με καλοσύνη, θα βρεθούν στους «κόλπους του Αβραάμ», ενώ, αν ζήσουν με σκληρότητα και δαπανήσουν τα πλούτη τους μόνο για τον εαυτό τους, θα βρεθούν «σ’ αυτό τον τόπο της βασάνου», όπως χαρακτηριστικά λέει ο πλούσιος (στίχ. 28) αγωνιώ-ντας για την τύχη των πέντε αδελφών του! Αν ο τόπος της βασάνου και ο κόλπος του Αβραάμ δεν υπάρχουν, τότε –ας με συγχωρέσει ο Θεός– ο Κύριος έδωσε ψεύτικο κίνητρο στους ακροατές Του, δηλαδή τους εξαπάτησε!
Πώς κάποιος να αγωνιστεί να αποφύγει την τύχη του πλούσιου και να απολαύσει την τύχη του Λάζαρου, αν όλα αυτά δεν ήταν παρά κενά περιεχομένου ρητορικά σχήματα; Αν ο Κύριος μιλούσε για κάποια μελλοντική βασιλεία Του, θα μπορούσε κάλλιστα να τοποθετήσει τη σκηνή στο μέλλον, ενώ τώρα αναφέρεται σε άμεση «ανταπόδοση», αμέσως μετά το θάνατο, γι’ αυτό οι πέντε αδελφοί του πλούσιου ζούσαν ακόμη στη γη!
Άλλωστε, αν ο Κύριος χρησιμοποιούσε κενά λογοτεχνικά ή ρητορικά ευρήματα στις παραβολές Του, πρέπει να δεχτούμε ότι θα μπορούσε να αναφερθεί ακόμη και στο… Δία.
Τι είναι όμως ο «κόλπος του Αβραάμ»; Αυτό ασφαλώς είναι μια εικόνα συμβολική. Συμβολίζει όμως όχι κάτι ανύπαρκτο, αλλά τη στοργή και την ασφάλεια που νιώθει ο άνθρωπος στον παράδεισο – καθώς ίσως και την επικοινωνία με τα πνεύματα των αγίων, που πατρικά τον περιβάλλουν με την αγία αγάπη τους. Θα τολμούσα να πω πως ο «κόλπος του Αβραάμ» είναι η πρόγευση της σωτηρίας, σωτηρίας που θα υπάρξει στην απερίγραπτη πληρότητά της μετά τη Δευτέρα Παρουσία και την ανάσταση όλων των νεκρών.
Αναφορά στους πνευματικούς συμβολισμούς της παραβολής του πλούσιου και του Λάζαρου γίνεται και από τους αγίους διδασκάλους της αρχαίας και της ορθόδοξης Εκκλησίας. Δες π.χ. τη διδασκαλία της αγίας Μακρίνας για την αθανασία της ψυχής, όπως φαίνεται στο συγκλονιστικό διάλογό της –λίγο πριν πεθάνει– με τον αδελφό της άγιο Γρηγόριο Νύσσης, τον οποίο ο ίδιος κατέγραψε υπό τον τίτλο «Τα Μακρίνεια – Περί ψυχής και αναστάσεως», παρ. 45-52. Δες το κείμενο, με νεοελλ. μετάφραση, στο:http://www.phys.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/paterikon/grhgorios_nysshs_ta_makrineia.htm.
Είθε ο Θεός της αγάπης να αξιώσει εμάς, και όλους τους λαούς της Γης, «της εκ δεξιών του παραστάσεως» και της «μερίδος των σωζομένων», όπου υπάρχει «ο των εορταζόντων ήχος ο ακατάπαυστος και η απέραντος ηδονή των καθορόντων του Σου (Κύριε) προσώπου το κάλλος το άρρητον» (από την ακολουθία της θείας Μεταλήψεως). Αμήν.